Tuesday, December 29, 2015

ΕΥΧΕΣ ΓΙΑ ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ!









ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΚΑΙ ΚΑΛΑ!
ΧΡΟΝΙΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΑ, ΜΕ ΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΟΡΕΞΗ ΓΙΑ ΔΟΥΛΕΙΑ! 
ΧΡΟΝΙΑ ΥΠΕΡΟΧΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΟ ΤΟ 2016!!! 



Thursday, December 17, 2015

ΕΓΚΛΗΜΑ ΚΑΙ ΤΙΜΩΡΙΑ -θέατρο Άνεσις, 16/12

Τα πάθη του φοιτητή της Νομικής Ροντιόν Ρασκόλνικωφ αφηγείται ο Φ. Ντοστογιέφσκι σε ένα από τα πλέον πολυδιαβιασμένα βιβλία της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Ψυχογράφημα ενός εγκληματία, σκέψεις πάνω στην ηθική και το δίκαιο αλλά και την εφαρμογή των κανόνων δικαίου το έργο, και βεβαίως αστυνομικό μεγατόνων, το Έγκλημα και Τιμωρία είναι μια σκοτεινή ιστορία που φέρνει ο πολύπαθος συγγραφέας στο κοινό του. Μπορεί και αξίζει να συγχωρεθεί ένας εγκληματίας; Έχει κάποια στοιχειώδη ηθική θεώρηση της ζωής η πόρνη; Ποιάς ηθικής μετέχουν τέτοιοι χαρακτήρες; Είναι μια για όλους ή είναι διαφορετική η ηθική; Ποιά είναι η ηθική επιταγή για τον εκπρόσωπο του νόμου, για τον λούμπεν περιπλανώμενο αλκοολικό, και έχει διαφορά η "εκπόρνευση" κάποιας στο πεζοδρόμιο σε σχέση με κάποια κυρία που αναζητά πλούσιο σύζυγο για να λύσει τα προβλήματά της; Πώς οδηγείται κάποιος στο έγκλημα; Τι είναι το έγκλημα; Πώς το κρίνει αυτός που βρίσκεται μέσα σ' αυτό και πώς οι απ' έξω; Μπορούν ποτέ να αποκτήσουν μια κοινή οπτική οι εντός και εκτός, να υπάρξει αποθεραπεία, να αναβαπτισθεί το Κακό; 
Ένα πολυσύνθετο έργο που μπορεί να αναλύει κανείς για τα θέματα που θέτει άπειρες ώρες, να το εντάξει στην εποχή του, να το μελετήσει ιστορικά, από νομική ή/και κοινωνιολογικήάποψη, από ψυχαναλυτική σκοπιά, φιλοσοφικά κ.ο.κ. Η μελέτη των χαρακτήρων που έπλασε ο Ντοστογιέφσκι υπήρξε σχολείο για τους νομικούς πολλών γενεών, πραγματικό αίνιγμα προς επίλυση και άσκηση των κανόνων του ποινικού δικαίου: από τη γριά-άπληστη που δολοφονείται, μέχρι τον φοιτητή Ρασκόλνικωφ, που ως φοιτητής Νομικής γνωρίζει το νόμο και το αναγκαστικό της επιβολής του, υποτίθεται πως τον σέβεται και έχει επίγνωση των υποχρεώσεων που γεννά η ενασχόλησή του με το δίκαιο. Κι όμως, αυτός, ο φοιτητής της Νομικής, περνά τη γραμμή και εγκληματεί αφαιρώντας τη ζωή δύο γυναικών, και επιπλέον προσπαθεί να γλυτώσει την τιμωρία. Δρα δηλαδή ως το πλέον τυπικό δείγμα εγκληματία. Τι αντιστροφή ρόλων και ειρωνία του συγγραφέα...

Και βεβαίως παραμένει σε δεύτερο πλάνο η ανάκριση, η αποκάλυψη του δράστη, οι τύψεις του ενόχου και η σχέση δικαστικού λειτουργού και δράστη. Είναι έξοχο από πλευράς σασπένς και παρ' όλο που η αστυνομική λογοτεχνία έχει θεωρηθεί, και από πολλούς ακόμη θεωρείται παραλογοτεχνία, το Έγκλημα και Τιμωρία αποτελεί εξαιρετικό δείγμα. Η κλασική αστυνομική λογοτεχνία έχει απλοποιήσει τους κανόνες και τη γραφή και έχει επικεντρωθεί στην πράξη και την αποκάλυψη του ή των ενόχων, με βασικό γνώμονα  την εμπέδωση της άποψης ότι όλοι μπορεί να είναι ένοχοι, πολύ εύκολα, αρκεί να ξέρει να δει κανείς πίσω από τα απατηλά φαινόμενα και τις συναισθηματικές διακυμάνσεις της στιγμής. 

Η παράσταση στο "Άνεσις", ανεβαίνει σε διασκευή-σκηνοθεσία του Λέβαν Τσουλάτζε. Πολύ καλή δουλειά με ένα έργο-ποταμό, δύσκολο να μεταφερθεί στη θεατρική σκηνή. Πολύ δυνατό το πρώτο μέρος, λίγο αποδυναμωμένο το δεύτερο παρά τις περί τους αντιθέτου προσδοκίες. Θαυμάσιος Ρασκόλνικωφ ο Τάσος Ιορδανίδης, στο δεύτερο μέρος μερικές στιγμές περισσότερο απήγγελλε παρά ένιωθε το ρόλο του, στο κρεσέντο με τη Σόνια. Αφοπλιστικά απλός, στέρεος ο Ιεροκλής Μιχαηλίδης Πορφύρι/Ανακριτής, αλλά ο θεατής νιώθει ότι του χρειάζεται κάποιος πιο εντυπωσιακός ρόλος για να ξεδιπλώσει τις δυνάμεις του. Πολύ καλή η Σοφία Πανάγου ως Ντούνια, καλή αλλά με διακυμάνσεις η Θάλεια Ματίκα στον απαιτητικό ρόλο της Σόνια, χρειάζεται λίγη δουλειά ακόμη. Πληθωρικός ως Ραζουμίχν ο Δημήτρης Καπετανάκος και πολύ καλός στο ρόλο της γριάς Αλιόνα ο Δημήτρης Διακοσάββας. Εξαιρετικός, εντυπωσιακός ο Θοδωρής Κατσαφάδος ως Μαρμελάντωφ.

Εν ολίγοις, είναι ένα δύσκολο έργο και μια πολύ καλή, με θαυμάσιο ρυθμό παράσταση, όπου οι συντελεστές τα δίνουν όλα. Να το δείτε!












Monday, December 14, 2015

ΓΙΑ ΟΝΟΜΑ... θέατρο Αλίκη – 13/12/2015

Το “μπουλβάρ” καταφανώς στην εποχή μας παίρνει άλλες μορφές, και ειδικά στη Γαλλία, όπου η αστική ταυτότητα περνάει για άλλη μια φορα από 40 κύματα, προκειμένου να κριθεί έτι μια φορά, να αποκηρύξει τη νέα υποκρισία της και να δηλώσει ότι ομνύει στο κοσμικό κράτος, την βοήθεια και αποδοχή των καταφρονεμένων, έστω με μια εσσάνς κομψής προοδευτικότητας. Στο πλαίσιο αυτό έχουν κινηθεί πάμπολλες Γαλλικές κινηματογραφικές παραγωγές της τελευταίας πενταετίας, με λιγότερο ή περισσότεο βιτριολικές ή εύπεπτες εκδοχές της σημερινής ζωής, πολλές από τις οποίες έκαναν και επιτυχία. Το μοτίβο λίγο-πολύ κατασταλαγμένο όσον αφορά στους υπό κρίσιν ανθρώπινους τύπους: καλοβαλμένη upper middle class, γιατροί, οδοντίατροι, ελεύθεροι επαγγελματίες κάθε είδους, λιγότερο πολιτικοί, με συζύγους που δεν είναι πλέον οι ελαφρόμυαλες που φέρνουν τα πάνω-κάτω όπως στις κομε
ντί/κωμωδίες του '60, αλλά ζωηρούλες με άποψη που πατάνε πόδι και δεν συγχωρούν εύκολα, ενίοτε εργαζόμενες, που μαζί με τα παιδιά τους αυτή τη φορά μαθαίνουν τον κόσμο, τον καινούργιο κόσμο, και τον αποδέχονται. Έτσι η οικογένεια ξεπερνάει την κρίση και όλοι μαζί ή σε νέους σχηματισμούς ελεύθερης διαβούλευσης, συνεχίζουν σε αγαστή σύμπνοια την πορεία τους.
Ο πυρήνας του θέματος, η κρίση σε μια οικογένεια, μπορεί βεβαίως να γίνει δράμα μεγατόνων, και κάπως έτσι θα νόμιζε κανείς ότι έχουν τα πράγματα αν άκουγε τα συνοδευτικά του έργου που ανέβηκε πριν λίγες εβδομάδες στο θεάτρο Αλίκη, με τίτλο Για Όνομα..., (των M. Delaporte-A. De La Patelliere) σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη και με πρωταγωνιστές τους Χρήστο Χατζηπαναγιώτη, Βίκυ Σταυροπούλου, Φάνη Μουρατίδη, Μαρία Κωνσταντάκη και Αντώνη Λουδάρο. Πλην όμως πρόκειται για μια διασκεδαστική και ευφυή εκδοχή του τραγουδιού Shame and scandal in the family. Εν μέσω συζητήσεων της εποχής μας περί πολιτικής ή μη ορθότητας και θεμάτων αφομοίωσης ξένων πληθυσμών, δεν είναι κι άσχημο υποννοούμενο καθώς η δράση της σκανδαλώδους οικογένειας του εν λόγω άσματος, τοποθετείται στο (μέχρι το 1962 αποικία πλείστων όσων) Τρινιντάντ.
Πέντε φίλοι βγάζουν τα εσώψυχά τους και ανακαλύπτουν γεγονότα και μυστικά κρυμμένα για δεκαετίες. Αντί να σφαχτούν μεταξύ τους όμως, συνεχίζουν πολιτισμένα τη ζωή τους γιατί (μοιάζουν να λένε οι συγγραφείς) οι διαφορές και τα μυστικά όταν συζητηθούν και έρθουν στο φως παύουν να ρίχνουν βαριά σκιά -και να! η πίστη ση λογική και την εκλαϊκευμένη επιστήμη. Αρκεί να σεβαστεί κανείς σε γενικές γραμμές τις επιλογές των άλλων και “όλοι αδέρφια είμαστε”...Ναι, καλά. Αλλά είπαμε, κωμωδία είναι το Για όνομα..., και τουλάχιστον τα ισότης/αδελφότης, τα λέει -εν προκειμένω- με έξυπνο τρόπο χωρίς διδακτικά μηνύματα και μεγαλοστομίες. Αu contraire mes amis...
Επίσης, ορίζει τον νέο τύπο ανθρώπου που υπόκειται σε διακωμώδηση, η νέα ελαφρά κωμωδία, στρατευμένη βεβαίως στις θεμελιώδεις αρχές της Γαλλικής δημοκρατίας. Κι εδώ βλέπει κανείς τη λειτουργία και τις δυνατότητες της Μητρόπολης: να αναδιπλώνεται γύρω από τα πατροπαράδοτα, πολλά να τα ανατρέπει, μα και να παρουσιάζει με νέο λούστρο τα απαρασάλευτα.
Στα “logistics” τώρα της παράστασης. Καταρχήν καλοδουλεμένη, εμπορικό θέαμα ανάλογο του θεάτρου όπου φιλοξενείται. Στο χώρο της βασίλισσας του εμπορικού, καλό εμπορικό. Τέρμα. Σκηνικά, κοστούμια, όλα χάρμα. Μικροχασμωδίες σχεδόν αόρατες σε μερικά σημεία στο ρυθμό, αλλά μην το κάνουμε και θέμα.
Από την άλλη, συγγνώμη που θα το πω, αλλά δεύτερη κωμωδία που βλέπω και οι άνδρες “παίρνουν τα σώβρακα” ας μου επιτραπεί η λαϊκή ρήση. Είναι πολύ καλές οι γυναίκες ηθοποιοί της παράστασης, αλλά τα καλύτερα σημεία είναι γραμμένα για τους άνδρες. Εξαιρετικός ο Χρήστος Χατζηπαναγιώτης-Πιέρ που πειθαρχεί την τηλεοπτική μανιέρα του και λίγο θέλει για να γίνει εντελώς ο χαρακτήρας που ερμηνεύει. Νομίζω ότι όσο περνούν τα χρόνια, αυτό έχει τεράστια σημασία, το ξεσκαρτάρισμα του περιττού. Ναι μεν αναγνωρισιμότητα στο παίξιμο, που είναι και πολύ σημαντικό για το “γκελ” του κωμικού στο κοινό, αλλά με “υποταγή” ενίοτε του τερτιπιού στο ρόλο ώστε να βγαίνει ο χαρακτήρας. Πράγμα δύσκολο με τον τρόπο ερμηνείας της ελληνικής τηλεόρασης και τα σενάρια που καλούνται να ερμηνεύσουν κάθε φορά οι ηθοποιοί. Πολύ καλός και γενναιόδωρος ο Φάνης Μουρατίδης-Βικτόρ στο ρόλο του πληθωρικού, πολυλογά, φτασμένου, ενίοτε αντιπαθούς αλλά κατά βάθος καλόκαρδου συγγενή, (σαν τον αδερφό της γυναίκας του αρχηγού του Γαλατικού χωριού στον Αστερίξ). Πειστικός, και ταιριαστός με τους άλλους δύο ο Αντώνης Λουδάρος-Κλωντ, ο υπομονετικός, ντροπαλός μουσικός και έμπιστος φίλος-μπαλαντέρ και καταλύτης της βραδιάς, υπακούει στη συναισθηματική κλιμάκωση που υποβάλλουν οι αποκαλύψεις. Θαυμάσια η Βίκυ Σταυροπούλου-Ελιζαμπέτ στον μονόλογό της (και γενικά) στο δεύτερο μέρος, ενώ στο μεγαλύτερο μέρος του πρώτου μέρους, παίζει με τις ευκολίες της τηλεοπτικής της περσόνας, που ξεκάθαρα δεν την έχει ανάγκη, μην πω της είναι και μεγάλο βαρίδι. Στο ύψος των περιστάσεων και η Μαρία Κωνσταντάκη-Άννα ως πεισματάρα, θαρραλέα, μοντέρνα σύζυγος του Βικτόρ.

Εν ολίγοις: θα διασκεδάσετε, θα γελάσετε, και όσοι δεν επιθυμείτε να πονοκεφαλιάσετε απ' τον προβληματισμό, το έργο θα σας γαργαλήσει με εύπεπτο τρόπο τα στερεότυπα, χώρια που θα θυμηθείτε γνωστές σας περιπτώσεις κουμπάρους, φίλους, συγγενείς. Είπαμε, shame and scandal in the family...



Wednesday, December 9, 2015

Ο ΑΡΧΟΝΤΟΧΩΡΙΑΤΗΣ - ΚΡΙΤΙΚΗ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ

Ο Αρχοντοχωριάτης, θέατρο Βρετάνια, 9/12/2015

Το δημοφιλές και πασίγνωστο έργο του Μολιερου, “Ο Αρχοντοχωριάτης”, παρουσιάζει αυτή τη σαιζόν ο Γιάννης Μπέζος με ενδεκαμελή θίασο στο θέατρο Βρετάνια.
Πρέπει να το παραδεχτώ: μου φαίνεται ακόμη περίεργο να περιμένω την παρέα μου στην είσοδο ενός “εμπορικού” θεάτρου, σε έναν από τους δρόμους των εμπορικών θιάσων, και το κυριότερο, των εμπορικών παραγωγών, όπως ο δρόμος όπου βρίσκεται το Βρετάνια, στην καρδιά του mainstream.
Βέβαια και εντός του λεγόμενου “εμπορικού” υπάρχουν διαβαθμίσεις, αναλόγως της έκθεσης στην τηλεόραση, τους ρόλους και την επιρροή που έχει ασκήσει το μέσον (η τιβί) στην υποκριτική δεινότητα του ηθοποιού. Οπότε, συνακολούθως, (που θα έλεγε και ο Ζουρνταίν-Ιορδάνης, ο ήρωας του Αρχοντοχωριάτη), και στις επιλογές του ρεπερτορίου. Έτσι υπάρχει το εμπορικό-ποιοτικό, το εμπορικό-δεν πλησιάζω, το εμπορικό-κραυγαλέο, το εμπορικό-αλλά “in” κ.ο.κ. Το εμπορικό θέατρο, είναι καταρχήν λαϊκό θέατρο, και ως τέτοιο ή το δέχεσαι ή δεν πας. Από την άλλη, λαϊκό ενίοτε σημαίνει άρπα-κόλλα, σε μια θεμελιώδη παρερμηνεία, φεύ, των καιρών.

Σχετικά με την παράσταση, νομίζω ότι ο Γιάννης Μπέζος, άγετο και εφέρετο μεταξύ πολλαπλών επιθυμιών: να βρει μια εκσυγχρονισμένη εκδοχή του έργου, μια εκδημοκρατισμένη εκδοχή του έργου, να ικανοποιήσει τη φυσική του φιλοδοξία (ορθώς) για μια ερμηνεία σημαντική ενός σημαντικού έργου του παγκόσμιου δραματολογίου, και να παρουσιάσει μια εύπεπτη εκδοχή ικανή να προσεταιριστεί μεγάλο αριθμό θεατών. Όλα κατανοητά και σεβαστά, εφόσον δεν είναι ορατά στην παράσταση, δηλαδή έχουν επιλυθεί νωρίτερα.
Ο ίδιος ο Γ. Μπέζος έχει χαρισματική παρουσία: όσο μικρή και να 'ναι η παρουσία του, ο θεατής γοητεύεται. Αυτή τη φορά όμως μάλλον έκανε πολλά: από μετάφραση και διασκευή μέχρι σκηνοθεσία και παίξιμο. Και ο “Ιορδάνης” του βγήκε λίγο άκεφος, παρ' όλο που η παράσταση συνολικά είχε νεύρο και ρυθμό. Η εκδοχή που παρουσίασε ήταν καταφανώς μεταφερμένη στη σύγχρονη πραγματικότητα, όχι όμως και εντελώς, καθότι δεν αποφεύχθηκε -φυσικά- το παραμύθι της μεταμφίεσης σε ανατολίτη του Κλεάνθη, μέλλοντος γαμπρού του Ιορδάνη. Βεβαίως σήμερα και ειδικά στην Ελλάδα, μόνο σε ανέβασμα εποχής μπορεί η Τουρκική μεταμφίεση να δημιουργήσει αίσθηση μυστηρίου, και βεβαίως η εγγύς Ανατολή δεν προσφέρεται ως πρωτοτυπία, δεδομένης της γνώσης πλέον των χαρακτηριστικών των εκεί εγκατεστημένων λαών. Άσε που οι “εμίρηδες” έχουν συνδεθεί οριστικά με τις χειρότερες κινηματογραφικές φάρσες του '70. Επομένως, ορθώς -από τη στιγμή που ήθελε τον Μολιέρο μεταξύ 1670 και 2015, δηλαδή μεταξύ 17ου και 21ου αιώνα- παρέμεινε στην “Turquerie” και χρησιμοποίησε στερεότυπα σχετικά με τη γλώσσα. Δεν είχε και άλλη επιλογή. Από την άλλη, βέβαια, θυμηθήκαμε πολυχρησιμοποιημένα ανέκδοτα τύπου “μεμέ ζεμπίλ”, που δεν είναι και ό,τι καλύτερο. Η σημαία της ΕΕ στο τέλος ως απώτατο δείγμα ελληνικού αρχοντοχωριατισμού δε χρειαζόταν. Ας το ξανασκεφτεί ο σκηνοθέτης και πρωταγωνιστής της παράστασης. Τέτοια ευρήματα δεν πάνε το γενικότερο θεατρικό εγχείρημα μακριά, απεναντίας το περιορίζουν δυσάρεστα.
Η παράσταση έχει ρυθμό, γέλιο, ταχύτητα, καλό καστ, κοστούμια οριακά ανεκτά, και απλό σκηνικό, λιτό, ίσως λίγο “γυμνό”. Ενδεχομένως επίσης η ταχύτητα κάποιες στιγμές να έκανε να χαθεί η σημασία και το βάθος της μελέτης των ανθρώπινων χαρακτήρων και σχέσεων, θέλω να πω, ότι δεν επιτρέπεται ο σαρκασμός του Μολιερικού κειμένου, η λεπτοκεντημένη σάτιρα να γίνεται ατακαδόρικη sitcom άσκηση. Έτσι οι χαρακτήρες χάνουν το βάθος τους και γίνονται καρτούν.
Ο θίασος είναι σε μεγάλο μέρος του υπερεκτεθειμένος στην τηλεόραση, αλλά είναι καλός θίασος. Ο Γιάννης Μπέζος έχει τις ευκολίες του και τις χρησιμοποιεί -αν και κάνει τεράστιες προσπάθειες να πλάσει το χαρακτήρα του Ιορδάνη πέρα από τον ανέμελο χαρακτήρα του ωχαδερφιστή, ενίοτε γκαφατζή, γοητευτικού, καλόκαρδου ήρωα που έχει συνηθίσει το κοινό του. Είναι σαν να “ζητάει” πλέον πιό σκοτεινούς ρόλους. Αυτά δεν αναιρούν το γεγονός πως έχει μεγάλο εκτόπισμα πάνω στη σκηνή, τον θέλει το μάτι του θεατή -είναι το “χάρισμα” που έλεγα και πιό πάνω. Χωρις να θέλω να αδκήσω κάποιον, μάλλον είναι ο πιό σημαντικός κωμικός αυτή τη στιγμή.
Θαυμάσιος ο Τάσος Γιαννόπουλος ως Δοράντης και με σωματικότητα απίστευτη. Ο Δημήτρης Λιόλιος -Δάσκαλος Μουσικής άξιος, και ο Θανάσης Ισιδώρου, απρόσμενα ακροβατικός ως Δάσκαλος Χορού. Πολύ καλός Κλεάνθης ο Αλμπέρτο Φάϊς, χωρίς ψευτοκλάψες και υπερβολές, καλοζυγισμένος. Ο Κώστας Φλωκατούλας ερμηνεύει έναν λίγο χαοτικό Κοβιέλο, αλλά τον τιθασεύει τελικά, ενώ πειστικός εμφανίζεται και ο Δημητρης Κανέλλος-Δάσκαλος Φιλοσοφίας.
Η Ελένη Τσιμπρικίδου-Νικολέττα, μου άρεσε, και η φωνή της ήταν ξεκούραση για τα αυτιά, στέρεη και δυνατή. Έχω ένα μικρό πρόβλημα με την Στυλίστρια-Φιλιώ Φωτιάδη, έμεινε λίγο στην επιφάνεια. Η κυρία Ιορδάνη-Άννα-Μαρία Παπαχαραλάμπους, είχε σκαμπανεβάσματα ερμηνευτικά, παρ' όλο που ήταν “γαντζωμένη” στο ρόλο της και αποφασισμένη να τα καταφέρει. Πείσμων ο χαρακτήρας, πείσμων και η ηθοποιός. Συμπαθής ως Δοριμένη η Ντένια Στασινοπούλου, θέλει ακόμα δουλειά. Καλή η Αμαλία Νίνου-Λουσίλ, σε ρόλο που μπορεί να παιχτεί ως “μελό μιας ενζενύ”, αλλά που όμως εδώ ο εκσυγχρονισμός του κειμένου είχε καλό αποτέλεσμα και στην ερμηνεία του ρόλου.





Sunday, December 6, 2015

ΤΟ ΓΛΥΚΟ ΠΟΥΛΙ ΤΗΣ ΝΙΟΤΗΣ, Θέατρο ΑΛΜΑ - ΚΡΙΤΙΚΗ (5/12/2015)

Το καταπληκτικό που συμβαίνει στα εργα του Τεννεσσή Ουίλλιαμς, είναι πως έχει κανείς διαρκώς την αίσθηση ότι μέσα από τους χαρακτήρες στη σκηνή μιλάει ο ίδιος ο συγγραφέας. Όχι ότι σε έργα άλλων συγγραφέων δεν απαντάται το ίδιο φαινόμενο, αλλά εδώ ο λόγος του "ακούγεται" σχεδόν σαν αντίλαλος σε όσα διαμείβονται πάνω στη σκηνή. Για παράδειγμα στο Γλυκό πουλί της Νιότης, η κεντρική ηρωίδα, η υστερική σταρ Αλεξάνδρα ντελ Λάγκο, δυνατή επί της ουσίας, (κακο)μαθημένη αλλά και με πλήρη επίγνωση των κινδύνων (της επιθυμίας) να ζει κανείς διαρκώς κάτω από τα φώτα της δημοσιότητας, την αναγνώριση, το χάϊδεμα, την επιβεβαίωση και το θαυμασμό, δεν μπορεί να αποκοπεί από τον αισθαντικό θρήνο μιας γκέι περσόνας για τη νεότητα. Et in Arcadia ego, και βεβαίως τα νιάτα με την ταυτόχρονη ενατένιση του γήρατος, από τους Αλεξανδρινούς μέχρι τον Καβάφη είχαν -και με το παραπάνω- την τιμητική τους.
 Όπως και ο σαρκαστικός σχολιασμός των ευκαιριακών σχέσεων με νεότερους άνδρες, για γυναίκες και άνδρες, που όσο κυνισμό κι αν επιστρατεύσει κανείς, έχει επίγνωση της κατάστασης και ότι ο χρόνος πρώτα απ' όλα ήταν αμείλικτος με εκείνον που είναι μεγαλύτερος στη σχέση των δύο.
Κι εκεί μπορεί να θρηνήσει αλλά και να μισήσει κανείς την ομορφιά και τη νεότητα. Των άλλων. Οι γυναίκες των θυγατέρων τους, οι άνδρες των νεότερων ομοφύλων τους.
Στο Γλυκό πουλί της Νιότης, στο τελευταίο της σκίρτημα προς την ενεργό δράση, η Αλεξάνδρα ντελ Λάγκο, παθιασμένη για μια ακόμα ανάσα ζωής -κυριολεκτικά και μεταφορικά- δεν μπορεί να έχει δίπλα της τον αποτυχημένο, χαμένο κομπάρσο Τσανς. Θα ήταν "βαρίδι" στη φήμη, την ελευθερία και τη ζωή της. Τέτοιες σχέσεις δεν τελεσφορούν παρά μόνο αν είναι να συνενώσουν το αίσθημα αυτοκαταστροφής και των δύο εμπλεκομένων πλευρών, και η ντελ Λάγκο είναι πολύ έξυπνη για να αφεθεί να ρουφήξει λίγο από τον αέρα "επαναφοράς της νιότης" της ένα ευκαιριακό ψωνιστήρι. Ο Τσανς Γουέϊν, όπως λέει και το όνομά του, είναι ένα "αποκύημα" της τύχης. Της τύχης, που είναι τόσο αγαπητή/επιθυμητή, αλλά και τόσο δεύτερη στη λίστα των επιτυχημένων ανθρώπων. Ο Τσανς, ένας τυχαίος, μοιάζει σαν να πήρε το όνομά του πολύ σοβαρά. Ωσότου μετά από άλλη μια αποτυχημένη "ζαριά" θα καταλήξει στα χέρια ενός υπερσυντηρητικού βάρβαρου, να πληρώσει για όσα τυχαία γεγονότα από το παρελθόν του δεν έμαθε, τυχαία έπραξε και σωρευτικά μαθαίνει όταν γυρνάει στη γενέτειρά του να συναντήσει τη μοίρα του.

Στο όμορφο θέατρο Άλμα, Το γλυκό πουλί της νιότης, έγινε μια θαυμάσια παράσταση. Μια αληθινή παράσταση, από αυτές που για λίγο σου παίρνουν από τα αυτιά τις φωνασκίες  και τα τερτίπια που αφήνει πίσω της ακόμη και στο θεάτρο η στενή ενασχόληση με την τηλεόραση. Με ρυθμό, καλαισθησία, εξαιρετικές ερμηνείες, δικαίωσε ένα δύσκολο έργο και ανάδειξε τα διαφορετικά επίπεδα ερμηνείας αυτού του αγαπημένου κειμένου, που παρουσιάστηκε στην σπουδαία απόδοσή του από τον Μάριο Πλωρίτη. Σκεπτόμενη την παράσταση, μου έρχεται στο νου και η λέξη σεμνότητα, που δεν έχει τίποτε από ταπεινότητα, αλλά σχετίζεται με την ισορροπία και τη σιγουριά που εκπέμπει κάποιος που δε χρειάζεται να αποδείξει τίποτα, παρά επιβεβαιώνει την αγάπη και την αφοσίωσή του στην τέχνη.

Εξαιρετική Αλεξάνδρα ντελ Λάγκο η  Κατερίνα Μαραγκού, πραγματικά σπουδαία, ικανή να κάνει το θεατή να πιστέψει πως βρίσκεται σε μια γωνιά του δωματίου του ξενοδοχείου με τους φοίνικες, μαζί της. Αληθινή κάθε στιγμή. Θαυμάσιοι στο ρόλο τους και οι υπόλοιποι ηθοποιοί της παράστασης: ο Όμηρος Πουλάκης στο δύσκολο ρόλο του τραγικού Τσανς Γουέην, έπλασε σωστά έναν νευρικό, ανεύθυνο, ερωτευμένο, αυτοκαταστροφικό νεαρό. Η Αγγελική Μητροπούλου έξοχη στο ρόλο της Χέβενλυ Φίνλεϋ, εύθραυστης, τσακισμένης και προδομένης νεανικής αγάπης του πρωταγωνιστή.  Μετρημένος και πειστικός ο Αργύρης  Γκαγκάνης στο ρόλο του Μπος Φίνλεϋ, σκληρού, εγωιστή πατριάρχη μιας προβληματικής οικογένειας που κατά βάθος του μοιάζει. Με ισορροπία και χαμηλούς τόνους ο Τζωρτζ Σκάντερ-Λευτέρης Βασιλάκης, ο επαγγελματικά πετυχημένος ανταγωνιστής του Τσανς Γουέην, αποτυχημένος κι αυτός στα ερωτικά, που έχει να διαχειριστεί τη δύσκολη επίγνωση ότι αποτελεί "λύση ανάγκης" για τους Φίνλεϋ. Εκνευριστικό τσιράκι του πατέρα του, καθόλου καλύτερος από τον Τσανς αλλά πιο τυχερός, ο γιος Τομ Φίνλεϋ-Νικόλας Παπαδομιχελάκης, ένωσε πετυχημένα επάνω του τα αδιέξοδα όλων. Πνιγμένη στα ένοχα μυστικά της οικογένειας, ανίκανη να βοηθήσει ουσιαστικά αλλά με αγάπη για τους αδικημένους εραστές, η ευαίσθητη θεία Νόννη-Βέφη Ρέδη -ως Χορός αρχαίου δράματος.
Κομψότατο και καλοεκτελεσμένο το χορευτικό "ιντερμέδιο" από τους Α. Μητροπούλου και Λ. Βασιλάκη, απολύτως σωστή η μουσική συνοδεία και έξοχα τα κοστούμια, με τις τουαλέτες της κ. Μαραγκού να προκαλούν θαυμασμό στο γυναικείο κοινό. Λιτή, με ρυθμό και δύναμη η σκηνοθεσία της Αναστασίας Ρεβή. Εν ολίγοις, μια παράσταση που δεν πρέπει να χάσετε! Το καλό θέατρο πρέπει να μείνει ζωντανό.
 ©