https://drive.google.com/file/d/1Hw7wW20lEXn5NBM83EHRc430pR2SzYBg/view?usp=sharing

Monday, November 18, 2024

ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΑΤΡΟΥ- Η ΛΥΓΕΡΗ

 Η ΛΥΓΕΡΗ, ΕΘΝΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ, Πειραματική Σκηνή Νέων Δημιουργών- 16/11/2024.

Την Λυγερή του Ανδρέα Καρκαβίτσα, που ανέβηκε πρόσφατα σε σκηνοθεσία Ειρήνης Λαμπρινοπούλου και διασκευή Ειρήνης Μουντράκη, παρακολούθησα στο ΡΕΞ, σκηνή Κατίνα Παξινού. 


Η δημοφιλία της "Φόνισσας" της Εύας Νάθενα στο σινεμά, έδειξε ότι τα έργα του patrimoine, της εθνικής παράδοσης, είναι καλός αγωγός της επιθυμίας του κοινού να δει στέρεη, κλασική λογοτεχνία, και των θεατρανθρώπων (...) να του την προσφέρουν ξαναδουλεμένη και δη, όπως είναι η τάση, ενίοτε, επί το φεμινιστικότερον. 

Η Λυγερή, έργο του τέλους του 19ου αιώνα, (1896), είναι θα 'λεγε κανείς κάτι ανάμεσα σε Έμμα Μποβαρύ του Γκυστάβ Φλωμπέρ -ως προς τη βαρεμάρα και το αδιέξοδο του γάμου της ηρωίδας- και Κατερίνας από την "Στρίγκλα που έγινε αρνάκι" του Σαίξπηρ. Είναι έξοχο ψυχογράφημα των γυναικών, και πικρή αποτύπωση της εποχής και των ηθών. 

Η διεισδυτική πένα του Ανδρέα Καρκαβίτσα που συνέγραψε την Λυγερή, δεν μένει στην ηθογραφία, αυτό θα τον αδικούσε, παρά το ύφος και τις περιγραφές του βιβλίου του. Είναι η εξιστόρηση με χιούμορ, ειρωνεία, πάθος και καλοκρυμμένο πνεύμα κριτικής των ηθών μιας επαρχιακής κωμόπολης. Η ηρωίδα του η "Λυγερή", κατά κόσμον Ανθή Στριμμένου και ο αδιέξοδος έρωτάς την για έναν ωραίο πλην πτωχό νέο, καθώς κι ο γάμος της με συνοικέσιο με έναν πεζό και τραχύ στους τρόπους έμπορο, τον Νικολό, είναι το κύριο θέμα. Γύρω από αυτό τον πυρήνα πλέκεται ένα γαϊτανάκι σχέσεων, συγγενών, συγχωριανών, πατρικής και ανδρικής εξουσίας, μάχης για το "καλό όνομα" και την "τιμή". Αυτούς τους μαιάνδρους διασχίζει η Ανθή στην  πορεία της προς την ωριμότητα από κοπέλα νεαρή σε γυναίκα και μάνα και σύζυγος, με αγώνες πολλούς και δύσκολους. 

Είναι τεράστια η εντιμότητα του Καρκαβίτσα στην προσπάθειά του να περιγράψει τον λαβύρινθο των γυναικείων σκέψεων, των σχέσεων εξουσίας στις οποίες καλείται να υπακούσει και των εντολών που καλείται να εσωτερικεύσει βρίσκοντας ή όχι, εντέλει τη γαλήνη. Είναι εντυπωσιακό το πώς προσεγγίζει και αναλύει την γυναικεία ψυχή -όσο του έχει αποκαλυφθεί από αυτήν- η ανδρική πένα. Παρά τον συγκρουσιακό συχνά χαρακτήρα των σχέσεων των φύλων, σε επίπεδο λογοτεχνίας, πρέπει να παραδεχτεί κανείς ότι η ανδρική παρατηρητικότητα έχει κάνει μερικά θαύματα. 

Πέραν αυτού, και στο θέμα της παράστασης, είναι ενδιαφέρον το στοίχημα με την παράδοση και την μεταφορά κειμένων στο θέατρο, δεν είναι η Λυγερή η πρώτη φορά βεβαίως που συμβαίνει κάτι τέτοιο,  και ίσως θυμόμαστε τι έγινε με την επαναφορά του "Γιούγκερμαν" στην επικαιρότητα. Να πούμε λοιπόν ότι η διασκευή της Ειρήνης Μουντράκη είναι πολύ ενδιαφέρουσα, ποιητική και ειλικρινής, και η σκηνοθετική ματιά, αντί της ηθογραφίας, πέρασε σε μια χοροθεατρικού τύπου κοινωνική κριτική, με άνεση και γνώση. Η σκηνή δε, στρωμένη με πέταλα λουλουδιών, πέραν του συσχετισμού με το κείμενο και την διασκευή ως προς το πανηγύρι και τα γαρύφαλλα στη λαϊκή ορχήστρα, δεν μπόρεσε παρά να συσχετιστεί και με τα "Nelken" ("Γαρύφαλλα", 1982) της Πίνα Μπάους. 

Το πανηγύρι του χωριού φλέρταρε λιγάκι με κινηματογραφική κιτς μετα-ηθογραφία (επιτρέψτε μου τον όρο), με πειστικό σύμμαχο το "έκο" του μικροφώνου, η υποτακτική ζωή των γυναικών στηλιτεύθηκε χωρίς να προδοθεί το κείμενο, που προς το τέλος του (spoiler alert) ερμηνεύθηκε παρά ακολουθήθηκε, αλλά αυτό είναι και το ζητούμενο σε μια νέα παρουσίαση. 

Οι ηθοποιοί της παράστασης εξαιρετικοί όλοι τους, οι δύο αντίζηλες "Ανθή" και "Βασιλική", Δανάη Φιλίδου και Δάφνη Δρακοπούλου αντίστοιχα, χάρμα οφθαλμών, είχαν νιώσει τους ρόλους τους και  χειρίστηκαν το υλικό στο έπακρο, οι Θάνος Τριανταφύλλου και Κωνσταντίνος Σεβδαλής, ως "Γιωργής" και "Νικολός" εξαιρετικοί, ο Θ. Τριανταφύλλου ως νεαρός "καρολλόγος", αυθόρμητος και συναισθηματικός, βρέθηκε να παίζει έναν χαρακτήρα που ήταν λες και φτιάχτηκε για εκείνον. Η Μαρία Τσιμά και ο Βασίλης Καραμπούλας, ως γονείς της "Ανθής" ισορρόπησαν θαυμάσια το χιούμορ και τη "συνήθεια" της ζωής τους, σαν μια πραγματική τραμπάλα ενός ζευγαριού. Ιδιαίτερη μνεία στην Μαντώ Γιαννίκου, που είχε τον ρόλο της "Παγώνας" (και αφηγήτρια), ενός ρόλου δύσκολου, εντελώς ανατρεπτικά ειδωμένου στο κείμενο και τη σκηνοθεσία, που ομολογουμένως μένει στο μυαλό του θεατή. Είναι σαν τους ρόλους του κακού στα κόμικς, που είτε λίγες είτε πολλές σελίδες  καταλαμβάνουν, δεν ξεχνιούνται. 

Εν κατακλείδι, μια ψυχαγωγία για διασκέδαση και σκέψη. Να την δείτε! 


φωτο: Θεόφιλος Τσιμάς







Wednesday, July 10, 2024

90s ΣΚΗΝΕΣ

 Μπορεί τα 90s να άρχισαν με grunge και θεωρητικά, έμφαση στον μινιμαλισμό, αλλά η χρωματική παλέτα τους, θα έπρεπε να μας κάνει να υποψιαστούμε ότι επρόκειτο για άλλη μια εκδοχή της χλίδας. 

Και το βιβλίο μου για τον σύγχρονο χορό στην Ελλάδα, προσφέρει μια από πρώτο χέρι μαρτυρία, για τη χλιδή που επικράτησε στις σκηνές τη δεκαετία του '90. Την εποχή των παχυλών επιχορηγήσεων, της κορύφωσης της αναρώτησής μας (...) για το αν είμαστε ανατολίτες ή βαλκάνιοι, της πίστης ότι η ρεμούλα της μεταπολίτευσης δεν θα τελειώσει ποτέ, και γενικότερα μιας εφηβείας παρατεταμένης που περιλάμβανε αργοπορημένα προτάγματα του Μάη του '68, τη σεξουαλική επανάσταση της γκέι κοινότητας, βγάλσιμο της γλώσσας στους θεσμούς, και την πεποίθηση ότι ο παγκοσμιοποιημένος καλλιτέχνης οφείλει να μεταγράψει στην καθυστερημένη Ψωροκώσταινα τα όσα θαυμαστά συνέβαιναν στην αλλοδαπή, δηλαδή να κοπιάρει ανερυθρίαστα και ταχύτερα κι από μαγαζί στην κινεζική ενδοχώρα την "ωτ κουτύρ" της τέχνης, σε τσίτια για όλους. 

Η δεκαετία του '90, σήμανε τη λήξη της ονείρωξης της χλιδής, αλλά περιέργως πως, εδραίωσε την πίστη  στην ανάγκη να την ξαναζήσει η ανθρωπότητα, μαζικά. Καμμιά ωριμότητα, καμμιά αλλαγή νοοτροπίας, κι από μια άποψη αυτό είναι κατανοητό: γλυκάθηκε η γριά στα σύκα, πού να ξαναγυρίσει στα ξυνά... 

Από καλλιτεχνική άποψη, οι επιχορηγήσεις, κατά το Γαλλικό σύστημα, εδραιώθηκαν και αυξήθηκαν. Έτσι, φτάσαμε στο σημείο που κάθε καλλιτέχνης, (ας μείνουμε στο χορό), δεν έκανε βήμα (μεταφορικά και κυριολεκτικά) αν δεν έλυνε το αγωνιώδες και τρομακτικό ζήτημα "ποιόν βιολοντσελίστα να προσλάβει για να συνθέσει για το επόμενο έργο". Δεν έκανε βήμα, αν δεν είχε τον προσωπικό γλύπτη να συνθέσει το σκηνικό της επόμενης παραγωγής, που έπρεπε να λάβει χώρα σε εποχή που οι πολλαπλές υποχρεώσεις του γλύπτη άφηναν κάποιο κενό για να "πάρει" κι άλλο πελάτη ("μωρή Σούλα βάλε στο λουτήρα την κυρία Σολτάνα και βγάλε τα μπιγουδιά της κυρίας Στέλλας κι έρχομαι"). Χωρίς προσωπικούς μουσικούς, κοστυμιέ, σκηνογράφους, κατασκευαστές σκηνικών και προηγούμενη ενημέρωση από τις διεθνείς καλλιτεχνικές επιτυχίες ("δες τι φοριέται φέτος στο Λονδίνο, θα το αγοράσω, λεφτά έχουμε"), ο αρτίστας, η αρτίστα δεν προχωρούσε. Πώς μπορεί άλλωστε να συνθέσει κάποιος ένα κοπιαρισμένο συνολάκι α λα Πίνα Μπάους, όταν βρίσκεται στα πρόθυρα νευρικής κρίσης γιατί η Βίσση παρέλαβε πρώτη το φόρεμα στον ¨Διογένη", και άρχισε πριν την μπαλαρίνα-πρωταγωνίστρια τη δίαιτα με ρύζι αναποφλοίωτο; 

Μ' αυτά και μ' αυτά, σκηνή χορευτική δεν δημιουργήθηκε, θεσμοί δεν ενισχύθηκαν, νοοτροπίες δεν άλλαξαν. Ενδυναμώθηκε όμως ο σουσουδισμός, που έθρεψε του γηγενείς και όσους εκ του εξωτερικού ήθελαν δωρεάν διακοπές στην ηλιόλουστη χώρα μας. 


Ο σύγχρονος χορός στην Ελλάδα - Νατάσσα Χασιώτη - 9786185186432 | Protoporia.gr




Monday, June 3, 2024

BOOK REVIEW - The Conquerors by Andre Malraux



https://drive.google.com/file/d/1Hw7wW20lEXn5NBM83EHRc430pR2SzYBg/view?usp=sharing 

Με την εικόνα της ιστορικής έκδοσης των Κατακτητών, βίντεο ή μόνο ηχητικό, με φωνή ανδρική, υποκύπτοντας στον πειρασμό του ΑΙ. (κείμενο στα Αγγλικά)

Καλή ακρόαση! 








Friday, October 20, 2023

ΚΡΙΤΙΚΗ - ΜΠΑΜΠΑΔΕΣ ΜΕ ΡΟΥΜΙ (Θέατρο "Αλίκη", 19/10/2023)


Το 1996, χρονιά που πρωτοπαρουσιάστηκε το έργο, ο κόσμος ήταν αλλιώς. Η Ελλάδα ήταν αλλιώς.  Ακόμη καπνίζαμε, ξενυχτούσαμε και τις καθημερινές, το λεξιλόγιό μας δεν είχε περιοριστεί πολύ από την εικόνα και την πολιτικά ορθή ιδεολογία που τότε ανακαλύπταμε ως επιθυμητό, εξωτικό προϊόν, και τα "κέντρα με αλλοδαπές" συζητιούνταν ανοιχτά και ευρέως, ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του '80. Η ιδιωτική τηλεόραση κι αυτή τη δεκαετία του '90, παραφορτωμένη και υπερφίαλη, με τα πρώτα "ρεπορτάζ"-κουτσομπολιά, προσέγγισε από τη δική της σκοπιά το ζήτημα των "χαμένων περιουσιών" λόγω γάμων πολλών υπέργηρων ή απλά γηραιών συνταξιούχων με "αλλοδαπές" που τους φρόντιζαν -καθότι η φροντίδα ηλικιωμένων, όπως οι αγροτικές εργασίες περνούσαν στα χέρια του εισαγόμενου εργατικού δυναμικού, μαρτυρώντας μια ιδεολογική και πρακτική "αστικοποίηση" που εξαπλωνόταν και στην περιφέρεια. 

Το 1996, το χρήμα έρρεε άφθονο στον πολιτισμό, ενώ οι επιχειρήσεις και το Δημόσιο δήλωναν ένδεια, οι μισθοί ήταν παχυλοί, και στη σκηνή, διά χειρός Μ. Ρέππα και Θ. Παπαθανασίου ήρθε το αγαπημένο θέμα της καθωσπρέπει οικογένειας που όμως κρύβει μεγάλη λαμογιά -λίγο αργότερα, ο "Ακάλυπτος" θα γινόταν ένας εθνικός αναγνωρίσιμος τύπος που θα περνούσε σε σήριαλ και ταινίες για δεκαετίες, όπως ο "ροκ" Βαλκάνιος. 

Το μυθιστόρημα αλλά και η θεατρική παράδοση είχαν ήδη παραθέσει παραδείγματα ανάγνωσης συμπεριφορών και ψυχολογικής ανάλυσης χαρακτήρων ικανών να φέρουν σε δύσκολη θέση τους πιο παραδοσιακούς θεατές, αναδεικνύοντας τις ρωγμές στην οικογένεια. Ο Μανιώτης είναι ένα από τα πολλά παραδείγματα. Αλλά εκεί μιλάμε για δράματα. Οι Μιχάλης Ρέππας και Θανάσης Παπαθανασίου, ανήκουν στο εξίσου δύσκολο είδος της κωμωδίας και το είδαν αλλιώς. Το 1996 λοιπόν, ανέβηκε το έργο τους Μπαμπάδες με ρούμι, εξαιρετικά επίκαιρο τότε, με δύο γιους-πικραμένα λαμόγια, δύο νύφες που αλληλοφαγώνονται όπως οφείλουν οι συνυφάδες, και φυσικά μια εκπρόσωπο του κοινωνικού επαρχιακού περίγυρου και μια Βουλγάρα που φρόντιζε τον "γέρο" πατέρα. 

Η μαύρη κωμωδία του πασίγνωστου συγγραφικού διδύμου, διατρέχει διάφορα επίπεδα: το προαναφερθέν των γάμων με αλλοδαπές για νομιμοποίηση και άδεια παραμονής (που αλλιώς θα παρουσιαζόταν σήμερα), την κλοπή της σύνταξης και των ακινήτων από τις εισαγόμενες συζύγους, τα χρέη της οικογένειας με τους απογόνους να προσβλέπουν στην πατρική περιουσία για να σωθούν (αυτό είναι το πιο δυνατό δραματουργικά σημείο αλλά είπαμε δεν είναι δράμα το έργο), την ελαφρότητα της εποχής (το χρήμα βρισκόταν εύκολα σε δάνεια και Χρηματιστήριο, κι αυτό όμως θα παρουσιαζόταν αλλιώς σήμερα). Όπως σε πολλά έργα της νέας ελληνικής δραματουργίας, υπάρχει κι εδώ ο διαχωρισμός των δύο αδελφών, αλλού θα ήταν ο αριστερός κι ο δεξιός, ο αντάρτης κι ο χωροφύλακας, εδώ είναι το χοντρολαμόγιο-υπερφίαλος επιχειρηματίας με μεγάλες ιδέες κι εξίσου μεγάλες αποτυχίες, κι ο συνετός οικογενειάρχης, καλός γιος. Και οι δύο, δυνητικά βίαιοι, άδικοι, σκληροί και άρπαγες. Στο βάθος όμως απ' όλο αυτό το γαϊτανάκι, αχνοφαίνεται η κριτική για τους δύο γιους που μάλλον θα ήταν το καμάρι του πατέρα, που πραγμάτωσαν όλες τις αναμενόμενες κοινωνικές συμβάσεις, κι όμως είναι εξαρτημένοι απ' τον "γέρο", και είναι κατά βάθος χειρότεροι από παιδιά που μπορεί να μην ήταν τόσο επιθυμητά ή ακόμη και εξοστρακισμένα λόγω τρόπου ζωής, για παράδειγμα ομοφυλόφιλοι, αλλά που θα στέκονταν στα πόδια τους, και ίσως να είχαν καλύτερες αρχές για τη ζωή τους και τη ζωή γενικότερα. Αλλά είπαμε, είναι κωμωδία, όχι δράμα. 

Κωμωδία που τα 'χει τα χρονάκια της, έχει καλύτερη σκηνική (από εικαστική και ατμοσφαιρική άποψη) στιγμή το ανέβασμα της σκηνής για αλλαγή χώρου,  και παρά τη μανιέρα και το εμπορικό ανέβασμα, έχει ρυθμό και ωραίους ηθοποιούς (Χρήστος Χατζηπαναγιώτης, Τζόϋς Ευείδη, Κώστας Κόκλας, Σοφία Βογιατζάκη, Βίκυ Σταυροπούλου, Μαρία Λεκάκη). Μου άρεσαν πολύ, περισσότερο η Βίκυ Σταυροπούλου που όσο πέρναγε η ώρα γινόταν όλο και πιο λιτή και όλο και πιο ουσιαστική. Δεν θα πω για τα σημεία που το καστ (;) έκλεινε το μάτι στο θεατή με ατάκες και εκφορά λόγου που υπενθύμιζε παραστάσεις και τηλεοπτικές παραγωγές όπου ξανασυναντήθηκαν [με το κοινό], αυτό το έκανε και η παλιά ιδιοκτήτρια του θεάτρου, η Αλίκη, πρώτη διδάξασα. 

Sold-out η βραδιά, κάντε τα κουμάντα σας αν θέλετε να το δείτε. 


φωτο από το πρόγραμμα της παράστασης




Monday, August 28, 2023

PREVIEW - ΙΣΡΑΗΛΙΝΟΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ σε ΣΙΚΙΝΟ και ΔΡΑΜΑ




"Friendly Fire"


Ο Ισραηλινός κινηματογράφος ταξιδεύει στην Ελλάδα. Τέσσερις ταινίες προβάλλονται σε Σίκινο  και Δράμα, με τη στήριξη της Πρεσβείας του Ισραήλ.
Στο 5ο Little Islands Festival (Σίκινος, 28-31 Αυγούστου) προβάλλονται οι ταινίες “Friendly Fire” του Tom Koryto Blumen και “The building at 9 Etzel Street” των Bar Vaknine και Tamar Sharvit.
Στο 46ο Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας (4-10 Σεπτεμβρίου) προβάλλονται οι ταινίες “Nool” της May Grosman και I asked him to take me dancingτου Hillel Rate


“The building at 9 Etzel Street” 

"Nool" 

"I asked him to take me dancing" 





PREVIEW- 51ο ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΒΙΒΛΙΟΥ

 

51ο ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΒΙΒΛΙΟΥ
ΠΕΔΙΟΝ ΑΡΕΩΣ

1 - 17 Σεπτεμβρίου 2023
Ώρες λειτουργίας
Δευτέρα-Πέμπτη: 18:00-22:30
Παρασκευή & Σάββατο: 18:00-23:00
Κυριακή: 10:30-15:00 & 18:00-22:30

 Διοργάνωση: Σύνδεσμος Εκδοτών Βιβλίου (Σ.ΕΚ.Β.),

Περιφέρεια Αττικής, Οργανισμός Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας Δήμου Αθηναίων, σε συνεργασία με το Μικρό Παρίσι των Αθηνών και το Δίκτυο για τα Δικαιώματα του Παιδιού.

Υπό την αιγίδα του Υπουργείου Πολιτισμού, του Δήμου Αθηναίων, του Ελληνικού Ιδρύματος Πολιτισμού και του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών

Με την υποστήριξη της Vestart.


Την 1η Σεπτεμβρίου, η μεγαλύτερη γιορτή του βιβλίου «ανοίγει τις πύλες της» στο Πεδίον
του Άρεως για να υποδεχτεί τους φίλους του βιβλίου και να προσελκύσει νέους
αναγνώστες. 210 εκδότες, 275 περίπτερα, 180 πολιτιστικές εκδηλώσεις, συναυλίες,
θεατρικές παραστάσεις, διαδραστικά εκπαιδευτικά δρώμενα και πολλά άλλα στο μεγάλο
51ο Φεστιβάλ Βιβλίου 2023.
Το 51ο Φεστιβάλ Βιβλίου διοργανώνει ο Σύνδεσμος Εκδοτών Βιβλίου (Σ.ΕΚ.Β.), η
Περιφέρεια Αττικής και ο Οργανισμός Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας Δήμου
Αθηναίων (Ο.Π.Α.Ν.Δ.Α.) σε συνεργασία με το Μικρό Παρίσι των Αθηνών και το Δίκτυο
για τα Δικαιώματα του Παιδιού. Πραγματοποιείται υπό την αιγίδα του Υπουργείου
Πολιτισμού, του Δήμου Αθηναίων, του Ελληνικού Ιδρύματος Πολιτισμού, του Εμπορικού
Επιμελητηρίου Αθηνών και με την υποστήριξη της Vestart.
Το Φεστιβάλ Βιβλίου, αναγνωρισμένο, πλέον, ως το μεγαλύτερο εορταστικό γεγονός στον
χώρο του βιβλίου, πραγματοποιεί το 2023 μία μεγάλη επιστροφή. Το σύνολο, σχεδόν, της
ελληνικής βιβλιοπαραγωγής παρουσιάζεται στο Πεδίον του Άρεως, εγκαινιάζοντας τη νέα
εποχή του Πάρκου. Στον αναμορφωμένο και ιστορικό -για το βιβλίο- χώρο, οι επισκέπτες
του Φεστιβάλ, με φόντο τα χιλιάδες βιβλία, θα έχουν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν και
να συμμετάσχουν σε ένα πολυποίκιλο, πολιτιστικό γεγονός. Μεταξύ πολλών άλλων
εκδηλώσεων, θα πραγματοποιηθούν: Συναυλία με τη μεγάλη ερμηνεύτρια, Ελένη Δήμου,
συναυλία από το Marios Strofalis Quartet & Ειρήνη Τουμπάκη, συναυλία με την υψίφωνο
Κρίστυ Καθαρίου, παιδική θεατρική παράσταση «Το καρναβάλι των ζώων» από την
εταιρεία θεατρικών παραγωγών ΜΕΘΕΞΙΣ, παράσταση Καραγκιόζη από το Θέατρο Σκιών
«Νικόλα Τζιβελέκη», εκδήλωση της Ελληνικής Ακαδημίας Κόμικς, διημερίδα
πρωτοεμφανιζόμενων λογοτεχνών.
Το κεντρικό αφιέρωμα του 51ου Φεστιβάλ Βιβλίου 2023 έχει τίτλο «Γυναίκα -
πολυσύνθετο ανάγνωσμα» και είναι επικεντρωμένο στην προσφορά των γυναικών στις
Τέχνες και τα Γράμματα, αλλά και στις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες στο
πέρασμα των χρόνων και στο σήμερα.
Την αφίσα και το εξώφυλλο του καταλόγου του 51ου Φεστιβάλ Βιβλίου 2023 κοσμεί έργο
του κορυφαίου Έλληνα ζωγράφου, Γιώργου Ρόρρη.
Είμαστε βέβαιοι, ότι το 51ο Φεστιβάλ Βιβλίου θα επιτύχει, για ακόμη μία χρονιά, να
επιτελέσει τον πνευματικό, κοινωνικό και πολιτιστικό του στόχο, με τη συμπαράσταση
όλων όσοι μοχθούν για την παραγωγή και την προβολή του βιβλίου, αλλά, κυρίως, με την
υποστήριξη των φίλων αναγνωστών. Σας περιμένουμε όλους στο 51ο Φεστιβάλ Βιβλίου στο Πεδίον του Άρεως, στη μεγαλύτερη Γιορτή του Βιβλίου, καθημερινά, από 1 έως 17 Σεπτεμβρίου 2023 με ελεύθερη είσοδο. 
Τα επίσημα εγκαίνια θα πραγματοποιηθούν τη Δευτέρα 4 Σεπτεμβρίου 2023 και ώρα 20:00.


Το Πεδίον Άρεως αλλάζει - Το Βιβλίο επιστρέφει σπίτι του! Περισσότερες πληροφορίες: Σύνδεσμος Εκδοτών Βιβλίου (Σ.ΕΚ.Β.)

Τηλ: 210 3303942, 210 3302523 URL:www.sekb.gr

Sunday, January 30, 2022

ΚΡΙΤΙΚΗ - ΣΙΝΕΜΑ/ "R.E.M.-ΤΑΧΕΙΕΣ ΚΙΝΗΣΕΙΣ ΟΦΘΑΛΜΟΥ"

 

REM-Ταχείες Κινήσεις Οφθαλμού, του Κάρολου Ζωναρά

Με τους: Δημήτρη Κίτσο, Νατάσσα Εξηνταβελώνη, Κάτια Leclerc-Ο’ Wallis, Μάνο Πίντζη, Δημήτρη Φραγκιόγλου.

Για τον έρωτα έχουν ειπωθεί πολλά. Πάρα πολλά. Με ποιήματα, ταινίες, μυθιστορήματα, τραγούδια, πίνακες ζωγραφικής και βάλε. Ο έρωτας έχει αξιολογηθεί, εκτιμηθεί και απολογισμοί επί του θέματος περιλαμβάνουν παθιασμένες εξομολογήσεις, ιστορίες σατανικής προδοσίας, έργα με ευτυχισμένο τέλος, περιπτώσεις ανομολόγητου κυνισμού. Οι απόψεις ποικίλουν με την εποχή και τις γενεές. Με το τι επιτρέπεται και τι φαντασιώνονται οι άνθρωποι ότι θα έπρεπε να επιτρέπεται, και κάπως έτσι, γίνονται και οι σεξουαλικές επαναστάσεις, με θύματα και θύτες.

Στο REM-Ταχείες Κινήσεις Οφθαλμού, την νέα του ταινία, ο Κάρολος Ζωναράς, καταγράφει ποιητικά και κάνοντας πεισματάρικα “σλάλομ” ανάμεσα στα κλισέ του είδους, μια εκδοχή ερωτικών πιθανοτήτων: το ζευγάρι, που γίνεται κουαρτέτο με τις εκατέρωθεν απιστίες, τη ζήλεια, την προδοσία και τις πιθανές λύσεις τέτοιων καταστάσεων, που σε πολλούς όταν τις αντιμετωπίζουν φαίνονται αδιέξοδες, και είναι αιτία βιαιοπραγιών κυρίως εναντίον γυναικών, πράγμα που αναφέρεται και στην ταινία.

Το REM-Ταχείες Κινήσεις Οφθαλμού, θίγει πολλά θέματα σε διπλοτυπίες: αρχικά, ο χρόνος που περνάει, και οι αλλαγές που φέρνει στις ερωτικές σχέσεις. Βαθαίνουν ή γίνονται πιο ρηχές, πιο αποκαλυπτικές εκείνου που ίσως δεν υπήρξε ποτέ; Έπειτα, η απιστία. Είτε με κατάληξη την ανοχή ή ακόμη και τη συγχώρεση, είτε την αλληλοεξόντωση, η απιστία είναι κάτι πολύ πιθανό να συμβεί. Επιθυμία, ματαιοδοξία, γοητεία, φαντασίωση, φόβος, μοναξιά, οι αιτίες ή η δικαιολογίες μπορεί να είναι πάρα πολλές, και απ’ ό,τι φαίνεται στην ταινία, τις μαθαίνει κανείς από πολύ νεαρός. Ίσως και να ‘ναι συστατικό μέρος της ανθρώπινης ερωτικής συμπεριφοράς. Ύστερα, η απροσδιοριστία της επιθυμίας στους συμμετέχοντες σε μια σχέση, που οδηγεί σε παρανοήσεις, σαν να παίζουν “πέτρα-ψαλίδι-χαρτί” και να μη βγάζουν ποτέ ίδιο αποτέλεσμα . Και βέβαια, η ομορφιά, ό,τι κι αν εντάσσει καθένας σ’ αυτό τον όρο, η κτητικότητα και η απληστία της κατάκτησης του άλλου. 

Η ταινία, φτιαγμένη με μια με ύφος (μεταμοντέρνας) περφόρμανς, βγάζει απ’ τη "ζώνη ασφαλείας του" τον θεατή, όχι λόγω μιας σφιχτής δραματουργίας που κατευθύνει το σασπένς, αλλά γιατί μέσα από τα αφηγηματικά θραύσματα, κορυφώνεται η αγωνία να αντιληφθεί [ο θεατής], με ποιόν χαρακτήρα μπορεί να ταυτιστεί, τι σημαίνει αυτή η “ταινία-μέσα-στην-ταινία” ή μήπως απατηλή ως όνειρο περιγραφή της ζωής-ως-ταινίας. 

Το κοινό παίρνει μαζί του όλη την παραπάνω προβληματική περί έρωτος και σχέσεων μέσα από αναφορές στο νουάρ, στην νουβέλ-βάγκ, το Ιταλικό σινεμά, πλάνα μιας Αθήνας όμορφης, και να αναρωτηθεί κάνοντας άλματα στον χρόνο όπως η ταινία  REM-Ταχείες Κινήσεις Οφθαλμού, τι απ’ όσα βλέπει αναφέρονται στο πλαίσιο μιας συλλογικής εμπειρίας στην οποία ανήκει κι εκείνος.

Εν κατακλείδι: μια όμορφη ταινία, με εξαιρετικό καστ. Υπέροχοι οι νέοι ηθοποιοί (Δ. Κίτσος, Ν. Εξηνταβελώνη), με προσωπικό στυλ και ωριμότητα οι Μ. Πίντζης, Κ. Leclerc-Ο’Wallis, Δ. Φραγκιόγλου. Το REM-Ταχείες Κινήσεις Οφθαλμού, έχει ατμόσφαιρα, χιούμορ, σασπένς και φιλοσοφική διάθεση γύρω από τον έρωτα, την απιστία και το σινεμά που αποκαλύπτει τα μυστικά του με κάμερες, σενάριο και μικρόφωνα μπροστά στα μάτια του θεατή.






Thursday, February 4, 2021

ΚΡΙΤΙΚΗ θέατρο- ΩΝΑΣΗΣ ΤΑ ΘΕΛΩ ΟΛΑ

Προφανώς τα θέλει όλα ο κ Φασουλής, αφού επέλεξε να αλωνίσει επί σκηνής ώρες ολοκληρες για να ξαναπεί όσα ήδη ξέρουμε για την πολυτάραχη και άκρως ενδιαφέρουσα ζωή του Αριστοτέλη Ωνάση.

Μερικές φορές οι αναμνήσεις μιας εποχής με όσα αυτό μπορεί να σημαίνει, από τα μπουζούκια και το θρύλο Ζαμπέτα, μέχρι τον Κόκκοτα και την εκκεντρική φαβορίτα, και από την Ολυμπιακή, το ιδιωτικό νησί και τη θαλαμηγό μέχρι την παρέα προσωπικοτήτων της σκηνής και της πολιτκής από τη μια, αλλά και  το αίνιγμα των τριών σημαντικών γυναικών με τις εξίσου μυθιστορηματικές ζωές με του Ωνάση (ίσως και περισσότερο) από την άλλη, είναι αρκετό κίνητρο για να φέρει ένας καλλιτέχνης στη σκηνή τον "ήρωα" μιας ολόκληρης χώρας, πάνω στη σκηνή. 

Το έργο ακολουθεί τον "Αρίστο" από την εφηβεία στην άγαρμπη ενηλικίωση της Μικρασιατικής Καταστροφής, στην Αθήνα, στην Αργεντινή και στα πρώτα βήματα στα σαλόνια του διεθνούς τζετ-σετ, ωσότου ο ίδιος να ορίζει πολλές απ' τις παραμέτρους του. Όμως η ζωή του πληθωρικού Έλληνα πλοιοκτήτη έγινε καρικατούρα παρά τις άκρως φιλότιμες προσπάθειες των συμμετεχόντων ηθοποιών. 

Λίγο το τέλος εποχής, λίγο το λυκόφως των ειδώλων, λίγο η αλλαγή της σύστασης του τζετ-σετ, λίγο ο διαφορετικός τρόπος που απόγονοι και επίγονοι επιλέγουν να χειριστούν το όνομα που τους κληρώθηκε να φέρουν ή να υπηρετούν, μαζί και άλλα που δεν είναι της παρούσης, έκαναν το θεατρικό εγχείρημα αμήχανο για τον θεατή, άκαιρο, στην καλύτερη σαν αναμνήσεις και παραινέσεις ενός γέρου θείου. 

Ίσως μερικά χρόνια πριν, να είχε νόημα. Με άλλο καστ ει δυνατόν, παρά τις υπερφιλότιμες προσπάθειες των πρωταγωνιστών, και άλλη προοπτική πέραν του mainstream biopic. Που μια χαρά μπορεί να είναι, αλλά δεν το σηκώνει άλλο η υπερεκτεθειμένη ζωή και ο μύθος του σπουδαίου αυτού Έλληνα. 

(Ιανουάριος, live streaming. θέατρο Παλλάς. Στον ρόλο της Μαρίας Κάλλας η Κατερίνα Παπουτσάκη, στον ρόλο τςη Τζάκυ Κέννεντυ-Ωνάση η Δήμητρα Ματσούκα.)


Friday, December 11, 2020

ΚΡΙΤΙΚΗ - ΤΟ ΤΡΙΤΟ ΣΤΕΦΑΝΙ

 Θεάτρο Παλλάς, live streaming, 6/12/2020.

Πρωτοδιάβασα το Τρίτο Στεφάνι πριν πολλά χρόνια. Με ενθουσίασε αν και μου φάνηκε μια σπουδή στη δυστυχία. Η Εκάβη με τα συνεχή πάνω-κάτω, μια ευτυχία που δεν έλεγε να στεριώσει, μια ευτυχία που δεν μπορούσε να την ελέγξει όσο κι αν προσπαθούσε. Ίσως και δεν την ήξερε πώς ήταν στ' αλήθεια ή πώς να τη διεκδικήσει. Η ευτυχία του ενός, της Εκάβης, ήταν φτιαγμένη από τις διαθέσεις και την ανθεκτικότητα στη δυστυχία των άλλων, του άντρα της, των παιδιών της. Ήταν κι αυτή λιγάκι σαν το Δημήτρη, τον αυτοκαταστροφικό αγαπημένο της γιό, και πρόσωπο σχεδόν συμπρωταγωνιστικό της Εκάβης στην χειμαρρώδη αφήγηση παθών και παθημάτων μάνας και γιού, από τον Κώστα Ταχτσή.

Οι παροιμιώδεις αντοχές της Εκάβης και της Νίνας σχεδόν συμπαρασύρουν όποιον δεν είναι φτιαγμένος απ' το ίδιο τσαγανό στο περιβάλλον τους. Μερικές φορές οι δύο γυναίκες φαντάζουν εξωπραγματικά ανθεκτικές και έξω από τα κοινωνικά πρέπει και κανόνες. Η ντροπή για παράδειγμα, ή το πένθος, δύο συναισθήματα τεράστιας δυναμικής, δεν έχουν δύναμη πάνω σ' αυτές τις δυό, που εξυψώνονται από τον συγγραφέα γιατί υπερέχουν κάπου αλλού: μπορούν και αγαπούν. Ιδιόρρυθμα, επίμονα, υπερβολικά, με τρέλλα, αλλά αγαπούν. Παίρνουν δύναμη και αξιοπρέπεια από μια διαφορετική αίσθηση και κανόνες σχετικά με την αξιοπρέπεια, το φαίνεσθαι, την ηθική. Η ηθική τους προσαρμόζεται στις ανάγκες της οικογένειάς τους και στα λάθη τους, κι έτσι συνεχίζεται η ζωή και η αγάπη παρά τις αναταράξεις και τις συγκρούσεις.

Δεν ξέρω αν η παράσταση του Παλλάς (6/12/2020), υπό τη σκηνοθετική μπαγκέτα του Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη, θα μπορούσε να μεταδώσει μια σε βάθος οπτική της αφήγησης του Ταχτσή σε θεατές που δεν έχουν εμπειρία του έργου του. Και μιλάμε για μια παράσταση-ποταμό, σχεδόν τρίωρη διαδικτυακά, χωρίς τα διαλείμματα της κανονικής παράστασης σε θέατρο, με το γνωστό εδώ και χρόνια πολυ-σκηνικό, τα τραγούδια και το χειρισμό της σκηνικής οικονομίας των καλών εμπορικών θεαμάτων.

Παρά τα προαναφερθέντα στάνταρντ στοιχεία μιας εμπορικής πράστασης, πρέπει να πω ότι Το Τρίτο Στεφάνι καταφέρνει και κρατάει αμείωτο το ενδιαφέρον, και έχει θαυμάσιες ερμηνείες από όλο το θίασο, Γ. Ψυχογυιό, Κ. Ανταλόπουλο, Σ. Κεκέ, Ντ. Γιαννακοπούλου, Ελ. Σκολίδη, Τ. Λέκκα. Η Μαρία Καβογιάννη, παρά τις αρχικές λίγες επαφές με τη μανιέρα της, ξέφυγε θριαμβευτικά προς μια θαυμάσια “Εκάβη”, συγκλονιστική όσο περνούσε η ώρα και βάθαινε η πίκρα στη ζωή της ηρωίδας. Η Μαρία Κίτσου παραήταν νέα για “Νίνα”. Υπάρχουν ρόλοι που η ηλικία έχει σημασία, η συλλογή εμπειριών, το ύφος, που κάνουν αληθοφανέστερη την σκηνική παρουσία του χαρακτήρα. Άξια όμως, επωμίστηκε μεγάλο βάρος παλληκαρίσια. Έκτακτη και έκπληξη από την Καλλιρόη Μυριαγκού ως “Ερασμία”.



Monday, November 30, 2020

ΚΡΙΤΙΚΗ - ΑΡΙΣΤΟΣ

Αρίστος (Θέατρο Πορεία, live streaming 29/11/2020).

Ο Αρίστος “είναι παράσταση βασισμένη στο μυθιστόρημα του Θωμά Κοροβίνη Ο γύρος του θανάτου”, σε σκηνοθεσία του Γιώργου Παπαγεωργίου.

Ένα έργο για τον Αριστείδη Παγκρατίδη, είναι κάπως σαν το Μακρύ Ζεϊμπέκικο για τον Νίκο του Σαββόπουλου, την Παραγγελιά του Τάσσιου για το ίδιο θέμα, δηλαδή τον Νίκο Κοεμτζή, είναι κάπως σαν το ενδιαφέρον Κοκτώ για τον Ζενέ. Ο Αριστείδης (Αρίστος) Παγκρατίδης, ήταν ο εκτελεσθείς ως “δράκος του Σεϊχ Σου”, τον Φεβρουάριο του 1968, στα 28 του χρόνια. Η Θεσσαλονίκη περισσότερο γνωστή σήμερα για το φαγητό και την ξενοιασιά, κάπως σαν ήρεμη επαρχία με καταλαγιασμένα πάθη και εξαντλημένες τις δυνάμεις της, γνώρισε παράξενες στιγμές στο παρελθόν με πυρκαγιές και πολιτικές δολοφονίες που άλλαξαν τον ρου των γεγονότων και ίσως της Ιστορίας. Άντρο πολιτικής βίας, δοξάστηκε και ανακαλύφθηκε και για τα ερωτικά της πάθη. Ίσως είναι η μόνη πόλη της επικράτειας που ξεμπρόστιασαν τα ιδιαίτερά της, ιστορικοί, μελετητές, ποιητές και ερασιτέχνες ανθρωπολόγοι, δείχνοντας πως η πόλη αυτή έχει δυνατότητες πέρα από την τακτοποιημένη ζωή της επιφάνειάς της.

Ο Παγκρατίδης, φτωχοδιάβολος με επιβαρυμένο ατομικό και οικογενειακό προφίλ, καλώς ή κακώς (ο ίδιος παρά την αρχική ομολογία του αρνιόταν ως το τέλος την ενοχή του), εκτελέστηκε ως κάτι σαν ελληνική εκδοχή του Jack the ripper, για τα ειδεχθή εγκλήματα στο δάσος του Σεϊχ Σου. Οι επιθέσεις έδωσαν τροφή στη φαντασία όχι μόνο αναφορικά με το φονιά αλλά και με τα ζευγαράκια που κατέφευγαν εκεί. Η γαργαλιστική παρανομία αποκαλυμμένη, ξάναβε για δεκαετίες τη φαντασία των καθωσπρέπει αστών που δεν ήξεραν αν ο φόνος ή η αποκάλυψη ήταν το χειρότερο.

Ο Παγκρατίδης μέσα στη δυστυχία και την ανέχεια του, είχε τα στοιχεία να εξάψει τη διάθεση για μυθοπλασία αλλά και να εξιτάρει τη φαντασία των πολιτικοποιημένων αφού ενδεχομένως -κατά ορισμένους - να υπήρχε συγκάλυψη του πραγματικού δολοφόνου, βασισμένη σε βρώμικη συναλλαγή, στην οποία έπαιξαν ρόλο οικονομικά και κοινωνικά μεγέθη της εποχής. Άλλωστε και το δημοφιλές κωμικό, σαπουνοπερικό “Παρά πέντε” επί δύο σαιζόν έπαιξε επιτυχημένα και σχετικά συγκαλυμμένα με τον μύθο του “Αρίστου”, αφήνοντας την ιστορία του άδικα (με βεβαιότητα δηλώθηκε στο σήριαλ) καταδικασμένου “Βενετόπουλου” (ο κατά Καπουτζίδη Αρίστος), να ξεδιπλωθεί και να επιλυθεί (επιτέλους) το μυστήριό της. Μόνο όμως με τη συμμετοχή μιας “πολύχρωμης”/πολυσυλλεκτικής ομάδας (όπως το ουράνιο τόξο της LGBTQR κοινότητας).

Αυτή η “πολύχρωμη”, “περιθωριακή” ομάδα εμφανίζεται και στον Αρίστο του θεάτρου Πορεία και είναι οι άνθρωποι με τους οποίους σχετιζόταν ο ήρωας: τραβεστί, τραγουδίστριες β’ διαλογής, κ@λομπαράδες της εποχής, “σεμνοί και αξιοπρεπείς κύριοι” που ψωνιζόντουσαν ή ψώνιζαν το βράδυ, αλλά και η μάνα του, το πολιτικό και κοινωνικό σκηνικό της εποχής, μια κοινωνία που προσπαθούσε να ξαναζήσει και να ξεχάσει. Η παράσταση δεν διατρέχει μόνο τη ζωή του Αριστείδη Παγκρατίδη, διατρέχει και την πόλη, τις γειτονιές της, τα σοκκάκια, αλλάζει φως, διάθεση και χρώμα. Με τρεις ηθοποιούς θαύμα, την Φιλαρέτη Κομνηνού να αρθρώνει περίφημα αισθήματα και σκέψεις, με βάθος, με ουσία. Ο Γιάννης Λεάκος και ο Ιωάννης Αθανασόπουλος, οι άλλοι δύο της παράστασης, εξαιρετικοί. Ο Λεάκος μου πάει περισσότερο ως στυλ, έχει βάρος, βάθος, είναι πολύ συγκροτημένος. Σαν αερικό ο Αθανασόπουλος, άξιος και αυτός. Οι τρεις τους, με μουσική σύμπραξη επί σκηνής από τον Γιώργο Δούσο που ντύνει ωραία την παράσταση.

Υ.Γ. Πέρασα θαύμα, καλό το live streaming, είναι ένας τρόπος να λειτουργούν τα θέατρα και να έχουν δουλειά οι καλλιτέχνες. Εννοείται πληρώνουμε εισιτήριο και δεν το θέλουμε τζάμπα. Χωρίς τέχνη θα ήταν χάλια ο κόσμος, άρα ενισχύουμε όσο μπορούμε!


Sunday, January 26, 2020

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ - ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΦΡΑΓΚΙΟΓΛΟΥ

Γνώρισα τον Δημήτρη Φραγκιόγλου πριν αρκετά χρόνια, και από την αρχή μου έδωσε την εντύπωση ενός "γουντυαλλενικού" τύπου, με αίσθηση του χιούμορ, διάθεση για ανατροπές και μια γερή δόση αυτοσαρκασμού που έχουν τα γνήσια κωμικά ταλέντα. Όπως πολλοί ηθοποιοί, ταυτίστηκε για πολλά χρόνια στη συνείδηση του κοινού με τον χαρακτήρα που του έφερε τη μεγάλη επιτυχία και που δεν ήταν άλλος από τον "Τρύφωνα Σπιουνέα" στο επιτυχημένο σήριαλ "Της Ελλάδος τα παιδιά". Συγγραφέας, μεταφραστής, ηθοποιός, δάσκαλος, ο Δημήτρης Φραγκιόγλου από τον Φεβρουάριο, θα εμφανίζεται στο θέατρο Άλφα, στη δημοφιλή κωμωδία του Γκόγκολ, "Ο Επιθεωρητής."

Ν.Χ.: Πόσα χρόνια βρίσκεσαι στο θέατρο; (σινεμά, τηλεόραση)
Δ.Φ.: Τα πρώτα μου δειλά επαγγελματικά – αναγνωριστικά βήματα στον χώρο έγιναν το 1983 ενώ ήμουν ακόμη φοιτητής στο πανεπιστήμιο.
Ν.Χ.: Πώς αποφάσισες να γίνεις ηθοποιός;
Δ.Φ.: Η δραστηριοποίηση μου στο θεατρικό του Πανεπιστημίου – σαν ηθοποιός, μου έφερε επαγγελματικές προτάσεις πριν ακόμα φοιτήσω στη δραματική σχολή. Αυτό ήταν για μένα μια είδους επιβεβαίωση ότι άξιζε να τολμήσω να ασχοληθώ με το θέατρο και την ηθοποιία. Ήταν κάτι που το ήθελα πολύ αλλά χρειαζόμουν κι ένα πρώτο οκ για να κάνω το βήμα.
Ν.Χ.: Ποιά θεωρείς πιο σημαντική στιγμή στην πορεία σου;
Δ.Φ.: Ήταν η παρουσίαση του Γελώντας Άγρια του Christopher Durang το 2000 με την ομάδα μου τους Χρυσοθήρες.
Ν.Χ.: Γιατί;
Δ.Φ.: Ήταν έργο πρόταση εκείνη τη στιγμή. Όσοι το είχαν διαβάσει με είχαν αποτρέψει να προχωρήσω στο ανέβασμά του. Ευτυχώς το τόλμησα. Και αποδείχτηκε ότι δεν έκανα λάθος.
Ν.Χ.: Έχεις ασχοληθεί με πολλά είδη, σενάριο, ηθοποιός κλπ., και συχνά χαρακτηριστικό σου ήταν η προσπάθεια να φέρεις μια άλλη προσέγγιση, ένα στυλ "αντι-σταρ", και μάλιστα σε εποχές όπως η δεκαετία του '90 που όλα ήταν glossy και επιδεικτικά. Καταρχάς το έχω αντιληφθεί σωστά;
Δ.Φ.: Είναι απολύτως σωστό αυτό που λες. Είμαι παιδί της δεκαετίας του ’80. Η περιπέτειά μου με το χώρο τότε ξεκίνησε. Το τότε ελληνικό σταρ σύστεμ δεν είχε κάτι που να μου αρέσει, να με γοητεύει - αντίθετα πιστεύω ότι ήταν και πολύ περιοριστικό. Με αυτή την έννοια ήμουν και παραμένω αντισταρ.
Ν.Χ.: . Ήταν συνειδητή απόφαση;
Δ.Φ.: Η στάση μου ήταν συνειδητή. Ήμουν στην τηλεόραση, στις εμπορικές ταινίες και τις μετέπειτα βιντεοταινίες εκείνης της δεκαετίας – που μου πρόσφεραν κάποια χρήματα – αλλά συνειδητά όχι στο αντίστοιχο θέατρο.
Ν.Χ.: Ήταν επιλογή ιδεολογική;
Δ.Φ.: Μεγάλες κουβέντες. Ήταν κάπως ιδεολογικό-αισθητική επιλογή.
Ν.Χ.: Ήταν κατεύθυνση θεατρική;
Δ.Φ.: Αισθανόμουν ότι το αν υπηρετούσα το τότε «εμπορικό θέατρο» δεν θα εξελισσόμουν και δεν θα είχα συνέχεια.
Ν.Χ.: Ποιές είναι οι επιρροές σου;
Δ.Φ.: Όταν ξεκινούσα δεν μπορώ να πω ότι είχα συγκεκριμένες επιρροές γιατί στην πραγματικότητα είχα δει και είχα διαβάσει πολύ λίγα πράγματα τότε.
Ν.Χ.: Τι θέατρο ήθελες ή/και θέλεις να κάνεις;
Δ.Φ.: Μου αρέσουν όλα τα είδη του θεάτρου. Και γενικά είμαι ανοιχτός στην περιπέτεια του θεάτρου. Τώρα μεγαλώνοντας μου αρέσει να επιστρέφω στα παλιά κείμενα – τα ας τα πούμε κλασσικά δλδ κατά κάποιο τρόπο και στις απαρχές του θεάτρου.
Ν.Χ.: Αν ταυτιστείς με κάποιο στυλ μπορείς να ξεφύγεις; Και γενικά υπάρχει δόση αλήθειας όταν ένας ηθοποιός ταυτίζεται με κάποιο χαρακτήρα;
Δ.Φ.: Δύσκολα ξεφεύγεις από κάποιο στυλ αν το υπηρετείς κατ’ εξακολούθηση. Αν επιλέγεις να κάνεις συνέχεια το ίδιο πράγμα είτε από ανασφάλεια είτε για βιοποριστικούς λόγους – το πράγμα δυσκολεύει και φυσικά δεν ευθύνονται οι άλλοι. Υπάρχει βέβαια και η περίπτωση της στενότητας να μπορούν να σε δουν - φανταστούν σε κάτι διαφορετικό. Γι αυτό δεν ευθύνεσαι – δεν ευθύνεται ο ηθοποιός. Είναι κάτι που το έχω ζήσει και που πάλεψα για να το αντιστρέψω.
Ν.Χ.: Having said that, μπορείς να πεις ότι ελέγχεις το θεατρικό σου "πεπρωμένο" -μετά από κάποια χρόνια κιόλας που βρίσκεσαι στο επάγγελμα;
Δ.Φ.: Μπορώ να πω ότι ελέγχω μόνο το που δεν θα θέλω να είμαι – χωρίς να λέω μεγάλες κουβέντες. Τώρα για τις υπόλοιπες επιλογές ποτέ δεν ξέρεις. Πάντα έχουμε προσδοκίες και θέλω να πιστεύω ότι ξεκινάμε με καλές και αγνές προθέσεις. Να είμαστε σε μια καλή δουλειά με καλούς συνεργάτες κλπ κλπ… αλλά αυτό δεν βγαίνει πάντα.
Ν.Χ.: Ποιά είναι η σχέση σου με το κοινό; Θα έλεγες ότι το έχεις προκαλέσει, και πώς; Αν ναι, τι αποτέλεσμα έφερε η πρόκληση;
Δ.Φ.: Γενικά δεν ανήκω στην κατηγορία των ανθρώπων που τους αρέσει να προκαλούν στην ζωή. Τώρα αν χρειαστεί να το κάνω στο θέατρο θα το κάνω. Φυσικά όχι για να προκαλέσω αλλά για να υποστηρίξω την επιλογή που έχω κάνει και πιστεύω.
Ν.Χ.: Τι ρόλο κάνεις στον Επιθεωρητή;
Δ.Φ.: Είμαι ο Κυβερνήτης.
Ν.Χ.: Πες μου λίγα για το ρόλο, την προσέγγιση και τη σχέση ανάμεσα στη σκηνοθετική καθοδήγηση και τη δική σου παρέμβαση/ερμηνεία.
Δ.Φ.: Ο ρόλος μου είναι ορισμός της διαφθοράς. Αυτό που λέμε λαμόγιο - αλλά με πολλά πτυχία.
Ν.Χ.: Τι ενδιαφέρον έχει ο Επιθεωρητής;
Δ.Φ.: Είναι ένα έργο που γράφτηκε το 1835 και ωστόσο είναι σαν να γράφτηκε σήμερα – γι αυτά που συμβαίνουν σήμερα. Διαδραματίζεται σε μια επαρχία ξεχασμένη από το Θεό και τα κέντρα εξουσίας – ωστόσο ο «μηχανισμός της εξουσίας» είναι πάντα και παντού ο ίδιος. Λειτουργεί με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Το ίδιο και στον Επιθεωρητή μας – με τον χειρότερο. Το πλαίσιο της σκηνοθεσίας στη παράσταση μας είναι πολύ συγκεκριμένα οριοθετημένο οπότε υπηρετώντας το πιστά αναδεικνύεις και φωτίζεις ακόμα καλύτερα τον ρόλο.
Ν.Χ.: Στρέφεσαι προς ένα πιο κλασικό ρεπερτόριο;
Δ.Φ.: Νομίζω ότι μεγαλώνοντας - το ρεπερτόριο κάνει κάποιες φορές εκείνο το πρώτο βήμα.
Ν.Χ.: Δεν μπορώ να μην αναφερθώ στον iconic ρόλο του "Χλαπάτσα". Πού βρίσκεται στην ιστορία σου, στην πορεία σου εκείνη η δουλειά που έχει γίνει σημείο αναφοράς σε διαφορετικές γενιές;
Δ.Φ.: Ο Χλαπάτσας με ακολουθεί αλλά δεν μπορεί να μου βάλει πια τρικλοποδιές όπως τον πρώτο καιρό. Χαίρομαι που οι νεότερες γενιές ανακαλύπτουν τη σειρά και αρέσει το χιούμορ της κι ας έχουν περάσει 25 χρόνια από τότε.
Ν.Χ.: Θα επέστρεφες στην τηλεόραση;
Δ.Φ.: Ναι, με χαρά. Έχει δημιουργηθεί η εντύπωση ότι δεν θέλω να κάνω τηλεόραση κάτι που δεν ισχύει.
Ν.Χ.: Τα σχέδιά σου για το μέλλον.
Δ.Φ.: Έχω σχέδια αλλά δεν τα ανακοινώνω ποτέ πριν οριστικοποιηθούν. Κι αυτό επειδή την πάτησα κάποιες φορές.
Ν.Χ.: Ο ρόλος που ονειρεύεσαι.
Δ.Φ.: Δεν ονειρεύομαι ρόλους. Δεν έχει νόημα να παίξεις έναν μεγάλο ρόλο για λόγους ματαιοδοξίας σε μια κακή παράσταση. Νομίζω ότι κάποιες φορές είναι ωραίο να καταφέρεις να βάλεις «την σφραγίδα σου» σε ένα καινούργιο – άγνωστο ρόλο. Αυτό το έζησα το στις αρχές της σεζόν – υποδυόμενος τον Πανδοχέα-Αφηγητή στο Χειμωνιάτιο Ταξίδι του Σταμάτη Πολενάκη σε σκηνοθεσία της Έφης Ρευματά.
Ν.Χ.: Πώς μελετάς ένα ρόλο;
Δ.Φ.: Δίνω μεγάλη σημασία στην κατανόηση εμβάθυνση του κειμένου. Τα υπόλοιπα έρχονται μετά από μόνα τους.
Ν.Χ.: Ποιά η σχέση με τον -εκάστοτε- σκηνοθέτη;
Δ.Φ.: Είναι μια σχέση που αρκετά συχνά εξελίσσεται ολέθρια. Ο ηθοποιός έχει την τάση να αμφισβητεί τον σκηνοθέτη. Και ο σκηνοθέτης να αμφισβητεί και να μετανιώνει για τον ηθοποιό που «επέλεξε» ή του επέλεξαν. Δεν βγάζει πουθενά. Επειδή σκηνοθετώ – φροντίζω όταν με σκηνοθετούν να ακούω σαν πρωτόβγαλτος μαθητής. Δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά.
Ν.Χ.: Αν άλλαζες κάτι στην Ελληνική πραγματικότητα του 2020 τι θα ήταν;
Δ.Φ.: Θα ήθελα να έχουμε καταλάβει καλύτερα όλα όσα μας συνέβησαν την προηγούμενη δεκαετία. Νομίζω ότι βρισκόμαστε ακόμα στην φάση του θυμού.
Ν.Χ.: Πώς αντιμετωπίζεις την αναγνωρισιμότητα; Σε ενοχλεί η τη θες; η άλλο; 
Δ.Φ.: Επειδή έμαθα να ζω μαζί της από πολύ μικρός – δεν της δίνω ιδιαίτερη σημασία. Μπορώ να την διαχειρίζομαι και να μην με διαχειρίζεται. Δεν μπορώ να πω ότι με ενοχλεί. Και σαφώς τη θέλω σαν επιβράβευση – επιβεβαίωση της δουλειάς μου – αλλά μέχρι εκεί.
Ν.Χ.: Τηλεόραση, θέατρο ή σινεμά η μεγάλη αγάπη;
Δ.Φ.: Μου αρέσουν και τα τρία το ίδιο. Έχουν διαφορετικούς κώδικες βέβαια, αλλά μου αρέσει να υπηρετώ και τα τρία.
Ν.Χ.: Σ' ευχαριστώ.
Δ.Φ.: Εγώ. 
 

Thursday, January 16, 2020

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΧΟΡΟΣ: ΝΑΝΤΙΑ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΥ

Η Νάντια Παλαιολόγου, χορογράφος και δασκάλα χορού, επανέρχεται φέτος στο θέατρο Άλφα, με την ομάδα της New_ton Company, και το έργο Four No Reason, βασισμένο στη ζωγραφική του Ρενέ Μαγκρίτ. Το έργο στην αρχική του εκδοχή παρουσιάστηκε το 2017 στο Rabbithole, κατόπιν ακολούθησαν παραστάσεις στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά και το θέατρο Άλφα πέρυσι, για να επανέλθει στον φιλόξενο χώρο του για δύο παραστάσεις στις 30/1 και την 1/2/2020.

Ν.Χ.: Θέλετε να μου πείτε για τη σχέση σας με τον σύγχρονο χορό; Προέρχεστε από τη σχολή Γρηγοριάδου που είχε κλασικό προσανατολισμό.
Ν.Π.: Ναι, προέρχομαι από τη σχολή αυτή όπως λέτε, έχω ειδίκευση στο σύστημα Vaganova, παρ' όλα αυτά, έχω παρακολουθήσει όλα τα χρόνια μετά τη σχολή πάρα πολλά σεμινάρια σύγχρονου χορού, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, και μάλιστα τα τελευταία χρόνια και πολλά σεμινάρια physical theatre (σωματικό θέατρο).
Ν.Χ.: Με ποιούς; Δηλαδή ποιοί σας επηρέασαν εντέλει;
Ν.Π.: Στην Ελλάδα με πάρα πολλούς, την Αλίκη Καζούρη, την ομάδα Sine qua Non παλιότερα, γενικά έχω περάσει από πάρα πολλά μαθήματα. Στο εξωτερικό στη Βιέννη στο ImpulsTanz, επίσης ρεπερτόριο Rosas, και διάφορα...Έχω δοκιμάσει πράγματα, όχι για να κατασταλάξω κάπου, αλλά επειδή πιστεύω ότι ένας καλλιτέχνης γενικότερα, όχι μόνο οι χορευτές, πρέπει όσο έχει τη δυνατότητα, να ανοίγεται σε πολλά και διαφορετικά πράγματα. Αυτός ήταν ο στόχος μου.
Ν.Χ.: Και ποιό στυλ σας κέρδισε;
Ν.Π.: Νομίζω ότι το σωματικό θέατρο είναι κάτι που πλέον με ενδιαφέρει περισσότερο.
Ν.Χ.: Καλλιτεχνικά και όχι μόνο εκπαιδευτικά, ποιές είναι οι επιρροές σας;
Ν.Π.: Θαυμάζω πολλούς καλλιτέχνες...Από Έλληνες, μου αρέσει η δουλειά του Δημήτρη Παπαϊωάννου. Τον παρακολουθώ από τα πρώτα του βήματα και τον θαυμάζω κυρίως για τον τρόπο που έχει εξελίξει τη δουλειά του. Και βλέποντας τα τελευταία του έργα, η ωριμότητα και η εσωτερικότητα που βγάζει είναι εντυπωσιακή. Από ξένους καλλιτέχνες θαυμάζω τη δουλειά των DV8 πολύ, τη Sasha Waltz. Να πω για τους DV8, ότι ιδίως τα βίντεό τους, και μάλιστα την εποχή εκείνη, τα θεωρώ πολύ σπουδαία δουλειά. Κι από τους πολύ καινούργιους, μ' αρέσει η Μαρλένε Μοντέϊρο Φρέϊτας, η Ισπανίδα, που είχα δει δουλειές της όταν είχε έρθει στο φεστιβάλ Αθηνών. Μου άρεσε πολύ ο τρόπος που συνδέει τα πράγματα, τη μουσική με τους περφόρμερς και γενικότερα η δυναμικότητα που βγάζει στη σκηνή.
Ν.Χ.: Πώς μπήκε η χορογραφία στη ζωή σας;
Ν.Π.: Νομίζω ότι αυτό ήταν ανάγκη. Θα σας πω πώς άρχισα να δημιουργώ. Πάντα φανταζόμουν πράγματα, ούτως ή άλλως δημιουργούσα και μέσω της σχολής μου, με τους μαθητές μου. Που μπορεί να φαίνεται απλό, αλλά δεν είναι γιατί πάντα ανεβάζαμε ολόκληρα έργα. Στα 17 χρόνια της σχολής απόκτησα μεγάλη εμπειρία στο χορογραφικό κομμάτι γιατί ανεβάζαμε έργα σε διασκευή μεν, αλλά ολοκληρωμένα. Η πιό πρόσφατη παραστασή μας ήταν στο Ακροπόλ ο Πινόκιο, όλη η ιστορία του Πινόκιο, με επαγγελματίες στους κεντρικούς ρόλους. Ηθοποιοί, παιδιά, πάνω από 150 άτομα...οπότε μαθαίνει κανείς πολλά πράγματα. Αυτό με έβαλε στη διαδικασία της χορογραφίας, για την οποία είχα επίσης παρακολουθήσει σεμινάρια. Στην πορεία όμως, δουλεύοντας με ομάδες, ήμουν πολλά χρόνια και στην ομάδα Ακροποδητί, μπήκα πλέον στη δημιουργία ατομικά, ως καλλιτέχνης η ίδια, για μένα. Φεύγοντας από τους Ακροποδητί, ένιωσα ότι αυτή η ανάγκη είναι πολύ πιό έντονη, και αμεσως μετά, το 2017 άρχισα με την ίδρυση της ομάδας μου, της New_ton Company, πιό πολύ για να εκφράσω αυτή την εσωτερική ανάγκη και να αρχίσω να δουλεύω και δικά μου πράγματα που ήθελα να επεξεργαστώ. Νιώθω ότι στην ηλικία που βρίσκομαι τώρα, είχα και την ωριμότητα να το κάνω, δηλαδή όλη αυτή η εμπειρία που είχα αποκτήσει και ηλικιακή και τεχνική, με βοήθησε να νιώσω πιό έτοιμη να ξεκινήσω κάτι τέτοιο, να καλύψω αυτή μου την ανάγκη.
Ν.Χ.: Τι σημαίνει για σας αυτή η διαδικασία της χορογραφίας και πως χορογραφείτε, πρακτικά μιλώντας.
Ν.Π.: Όταν μπαίνω στη διαδικασία να χορογραφήσω ηρεμώ, με συντονίζει ως άνθρωπο όλο αυτό και ως καλλιτέχνη. Τώρα πώς δουλεύω...Χρησιμοποιώ πάρα πολύ τον αυτοσχεδιασμό. Δεν μπαίνω δηλαδή και λέω "κάντε αυτό", "έτσι θα πάει", "έχω αυτή την ιδέα". Δουλεύω πολύ με τη μελέτη και κυρίως θέλω να πάρω το υλικό του περφόρμερ, που φέρνει μέσα από τους αυτοσχεδιασμούς. Δουλεύουμε για το λόγο αυτό και πάρα πολύ με βίντεο. Μετά από αυτό το υλικό προσπαθώ να κρατήσω ό,τι είναι ενδιαφέρον, και με αφορμή ακριβώς αυτό που έχει προκύψει από τους αυτοσχεδιασμούς, αυτό το υλικό να το πάω προς την κατεύθυνση που θέλουμε με βάση το συγκεκριμένο έργο.
Ν.Χ.: Έχετε σενάριο, δραματουργική επεξεργασία κάποιου είδους;
Ν.Π.: Αυτό εξαρτάται. Αν ένα έργο βασίζεται σε ένα βιβλίο ας πούμε, εκεί τα πράγματα είναι πιό καθορισμένα, γιατί αφορμή είναι το βιβλίο. Ένα σόλο, για παράδειγμα, που είχα δουλέψει, το Pas de deux, και είχε πάει καλά και ήταν αποδεκτό κι από διάφορα φεστιβάλ, ξεκίνησε απλά με κάποια έρευνα με αντικείμενα και σιγά-σιγά όντως δημιουργήθηκε ένα σενάριο, που είχε να κάνει πολύ με θέματα της ζωής μου τότε. Βασίστηκε κυρίως στο Ασυνείδητο, αλλά σιγά-σιγά βλέποντάς το μέσα απ' το βίντεο και δουλεύοντάς το και προσθέτοντας στοιχεία, μου έδωσε την αφορμή να δημιουργήσω μια ιστορία.
Ν.Χ.: Εσάς τι σας εμπνέει συνήθως για να δημιουργήσετε; Ποιά είναι η κινητήρια δύναμη; Μια κίνηση, μια μουσική, τι;
Ν.Π.: Εξαρτάται. Πολλές φορές, η αφορμή για να δημιουργήσω μπορεί να είναι και πολύ απλά πράγματα. Τώρα στη φαση που είμαι, κι εδώ που καθόμαστε, μπορεί να δω αυτόν τον πίνακα απέναντι και κατευθείαν να μου κάνει "κλικ". Η αφορμή όμως για να πάω να δημιουργήσω τις περισσότερες φορές είναι κάτι που ξεκινάει από μέσα μου. Μια ανάγκη ανάλογα με όσα βιώνω τη συγκεκριμένη περίοδο στη ζωή μου. Τώρα, ας πούμε, μια από τις δουλειές που θέλω να συνεχίσω, είναι η πορεία της γυναίκας προς την ενηλικίωση και όλες οι σχέσεις της ζωής της. Με τη μητρική φιγούρα, τους άνδρες, την κοινωνία, πώς εξελίσσεται η θέση της γυναίκας στην πορεία της προς την ενηλικίωση. Είναι ένα έργο που το δουλεύω δύο χρόνια τώρα στο μυαλό μου, κρατάω σημειώσεις...Για την ώρα το βλέπω από ψυχολογική άποψη, θα δούμε. Ήταν μια εποχή που διάβαζα πολύ ψυχολογία, ταυτιζόμουν με πράγματα, και μάλλον εκεί μου δημιουργήθηκε η ανάγκη να αρχίσω να δουλεύω κάτι τέτοιο. Μπορεί βέβαια τελικά το έργο να πάει αλλού. Αυτό πάντως νιώθω ότι είναι η κινητήρια δύναμη να ξεκινήσω την καινούργια μου δουλειά.
Ν.Χ.: Έχετε φεμινιστική ματιά; Είστε φεμινίστρια; Επειδή το έργο που περιγράψατε πάει προς "gender" (έμφυλη ταυτότητα)...
Ν.Π.: Πάει, αλλά δεν ξέρω πού θα καταλήξει. Με την παρωχημένη αποψη του φεμινισμού, δεν έχω σχέση, όχι. Είμαι πιό πολύ άνθρωπος που δεν μπορεί την αδικία σε όλες τις μορφές. Δε με νοιάζει να θίξω τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία όπως είναι σήμερα και τέτοια, πιό πολύ με ενδιαφέρει το σημείο που μπορεί να αδικηθεί, να μην προωθηθεί με βάση κάποια πράγματα που ισχύουν αυτή τη στιγμή. Βέβαια αυτό μπορεί να συμβεί και σε άντρες, όχι απαραίτητα μόνο σε γυναίκες.
Ν.Χ.: Βιώνει η γυναίκα στο χορό ανισότητες και αδικίες κατά τη γνώμη σας;
Ν.Π.: Κοιτάξτε, εγώ δεν έχω νιώσει κάτι τέτοιο.
Ν.Χ.: Υπάρχουν διακρίσεις, ένα άλλο είδος "ματιάς" στις γυναίκες του χορού από άλλες που αργάζονται σε άλλους τομείς;
Ν.Π.: Από την εμπειρία μου και από όσα πρόχειρα τώρα μου έρχονται, θα έλεγα όχι. Δεν έχω βιώσει κάτι τέτοιο. Απεναντίας, στο μυαλό των περισσότερων ανθρώπων ο χορός είναι ένα πιό γυναικείο επάγγελμα.
Ν.Χ.: Ας πούμε για το έργο που θα παρουσιάσετε σε λίγες μέρες, για δεύτερη φορά στο θέατρο Άλφα.
Ν.Π.: Αυτό το έργο έχει μια πολύ μεγάλη πορεία. Ξεκίνησε το 2017 στην αρχή της New_ton company, όπου τυχαία η ομάδα περφόρμερς που ήμασταν τότε, ξεκινήσαμε μια έρευνα σε πίνακες που έχουν σχέση με τον έρωτα. Είχαμε καταλήξει σ' αυτό τον πίνακα του Μαγκρίτ, τους Εραστές. Ο καθένας είχε φέρει με τους αυτοσχεδιασμούς τις δικές του δουλειές, αλλά ο πίνακας που μας ενδιέφερε ήταν αυτός. Είχα αρχίσει να μελετώ τον πίνακα, τι μπορεί να κρύβει αυτό το ζευγάρι, το κοινωνικό τους υπόβαθρο και γενικά είχαμε αρχίσει να δημιουργούμε έναν κόσμο γύρω απ' αυτούς. Εκείνη την περίοδο το Rabbithole ετοίμασε για πρώτη φορά το φεστιβάλ σύγχρονου χορού με θέμα τη ζωγραφική, που το βρήκα ως αφορμή να στείλω αίτηση, γίναμε δεκτοί και ξεκινήσαμε αυτό το ταξίδι. Παρουσιάστηεκ το Μάϊο του 2017 ως έργο σε εξέλιξη, είχε διαφορετκή μορφή από την πενηντάλεπτη που θα δει τώρα το κοινό, και πήγε πολύ καλά. Είχε καλή ανταπόκριση, και αποφασίσαμε να το συνεχίσουμε. Στην αρχή πολύ δειλά, μετά το μεγάλο κίνητρο ήταν οι "Ανοιχτές πόρτες" που δοργανώνει το ΜΜΑ με το ΥΠΠΟ όπου μας πήραν ως ομάδα και κάναμε κάθε μέρα πρόβες ένα τετράωρο όλο το καλοκαίρι, πολύ καλό πραγματικά όλο αυτό. Είχαμε ένα μεγάλο διάστημα χώρο στη διάθεσή μας και το δουλέψαμε εντατικά. Το παρουσιάσαμε στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, ένα μέρος όχι όλο το έργο, κι εκεί πήγε πολύ καλά, και αποφασίσαμε να το ολοκληρώσουμε. Βρήκε τη στέγη του στο θέατρο Άλφα πέρυσι, και τελοσπάντων αυτή είναι η πορεία του. Πέρυσι είχε πολύ καλές κριτικές από κοινό και κριτικούς και έτσι φτάσαμε να το ξαναπαρουσιάσουμε.
Ν.Χ.: Λίγες παραστασεις όμως, έχετε δύο βραδιές να το δείξετε. Αυτό είναι ένα πρόβλημα που συνεχίζεται με το χορό.
Ν.Π.: Αυτό είναι όντως ένα θέμα, θα δούμε. Είναι πρωτίστως το οικονομικό, δεν μπορούμε να το παραβλέψουμε. Μιλάμε για ένα θέατρο 300 ατόμων, δεν παίρνεις ρίσκο ότι θα πάς για πολλές παραστάσεις εξαρχής. Αν πάει καλά, το συζητάμε για παραπάνω. Η Ιταλική σκηνή αυτού του θεάτρου πάει πολύ στο έργο γιατί δίνει την ατμόσφαιρα του πίνακα που τη θέλουμε στη συγκεκριμένη δουλειά.
Ν.Χ.: Έχετε επιχορήγηση κάποιου είδους; Από το ΥΠΠΟ;
Ν.Π.: Όχι, δυστυχώς. Όχι ακόμη, δεν έχουμε μπει στη διαδικασία αυτή. Μετράμε ήδηε τρία χρόνια αλλά θέλουμε να έχουμε μεγαλύτερο έργο πίσω μας πριν κάνουμε αίτηση. Θέλουμε βέβαια στο μέλλον να κάνουμε αίτηση. Ξέρετε επίσης, είναι μια διαδικασία χρονοβόρα, θέλει βοήθεια από άλλους να συνταχθεί η αίτηση, εγώ δεν το 'χω πολύ με αυτό το πράγμα, οπότε ναι μεν αναζητώ συνεργάτες να με βοηθήσουν, αλλά χαλαρά προς το παρόν. Είναι πάντως στα σχέδιά μας.
Ν.Χ.: Πώς επιλέξατε τους συγκεκριμένους συνεργάτες; Χορεύετε κι εσείς...
Ν.Π.: Ναι, χορεύω κι εγώ, κι αυτή ήταν η μεγάλη δυσκολία. Να χορεύεις και να σκηνοθετείς.
Ν.Χ.: Ποιός "επιβλέπει" τα όσα γίνονται, τη δική σας συμμετοχή, πώς επιλύετε αυτό το θέμα;
Ν.Π.: Είναι όντως πολύ δύσκολο. Και πάλι δουλεύω πολύ με βίντεο. Τραβάμε τις πρόβες, τις βλέπω στο σπίτι, γράφω παρατηρήσεις που τις στέλνω στα παιδιά ώστε στην επόμενη πρόβα να είμαστε έτοιμοι...Έχει πολλή δουλειά. Κάποιες φορές μένω απ' έξω και παρακολουθώ το πέρασμα ή κάποια συγκεκριμένα σημεία. Θέλει περισσότερο χρόνο δουλειάς.
Ν.Χ.: Λέγαμε για τους συνεργάτες...
Ν.Π.: Ναι, η μια περφόρμερ η Ελπίδα Σπύρου, η μόνη που δεν είναι επαγγελματίας αλλά δουλεύει μαζί μας χρόνια, έχει κάνει μαθήματα, σεμινάρια, είναι παιδαγωγός αλλά έχει ασχοληθεί πολύ με το θέατρο, είναι η πρώτη που ξεκίνησε μαζί μου. Έχει μεγάλη ευχέρεια στον αυτοσχεδιασμό. Αρχικά, μεχρι να καταλήξω στα μέλη της ομάδας, είχα συνεργαστεί και με επαγγελματίες χορευτές. Γενικά, τα νέα παιδιά, είναι εγκλωβισμένα στο κομμάτι της τεχνικής και του έτοιμου και δεν μπορούν να ξεφύγουν απ' αυτό το καλούπι. Θεωρώ ότι γίνεται πολύ καλή δουλειά στς σχολές, αλλά είναι δύσκολο να σπάσει η μανιέρα, ενώ κάποιοι άνθρωποι που έρχονται από άλλο χώρο έχουν μεγαλύτερη ευκολία σε κάποια πράγματα. Ιδίως για έργα όπως αυτό που ανεβάζουμε τώρα, που είναι περισσότερο εικαστικά θα έλεγα, χρειάζεται κάτι ιδιαίτερο. Την τεχνική πιστεύω μπορώ να τη φτιάξω σε οποιονδήποτε έχει κάποιες δυνατότητες, το άλλο κομμάτι όμως, το αυτοσχεδιαστικό, είναι πολύ δύσκολο να το δουλέψεις όταν ό άλλος είναι "κλειστός". Ο Χρήστος Τζιάτζιος είναι ηθοποιός και θεατρολόγος. Μου τον πρότειναν για συνεργάτη γιατί εψαχνα για άνδρα περφόρμερ, ξεκινήσαμε δοκιμαστικά για ένα μήνα και κολλήσαμε μια χαρά και η Χαρά Βάκρινου είναι επαγγελματίας χορεύτρια και μαθήτριά μου, κολλήσαμε επίσης μια χαρά.
Ν.Χ.: Πείτε μου περισσότερα για το έργο. Έχει μεγάλο ενδιαφέρον και ο σουρρεαλισμός και ο πίνακας και ο συγκεκριμένος ζωγράφος.
Ν.Π.: Αφού αποφασίσαμε να το ολοκληρώσουμε, αρχίσαμε ως ομάδα να κάνουμε έρευνα στη ζωή και το έργο του Μαγκρίτ. Ξεκινήσαμε αυτοσχεδιάζοντας πάνω σε πίνακές του, ο καθένας επέλεξε ένα έργο και έφτιαξε ένα σόλο και στην πορεία αρχίσαμε να έχουμε κάποιες πιό συγκεκριμένες ιδέες. Οπωσδήποτε είχαμε αποφασίσει να χρησιμοποιήσουμε τις φιγούρες με τα μαντήλια στο κεφάλι, γι' αυτό και στο έργο μας φοράμε κι εμείς τα αντίστοιχα. Θέλαμε αυτές οι τέσσερεις φιγούρες πριν αρχίσουν να αλληλοσχετίζονται, να σχετιστούν πρώτα και με άλλους πίνακες του Μαγκρίτ. Αυτή ήταν η βασική κατεύθυνση για να ξεκινήσουμε. Είχα αμυδρά ένα σενάριο για το πώς θα αλληλοσχετιστούν τα σόλι, οι τέσσερεις φιγούρες, αλλά ήθελα να δω και πού θα οδηγηθούμε με όλο το υλικό. Νομίζω δούλεψε πάρα πολύ το κομμάτι του Ασυνειδήτου, γιατί και ο σουρρεαλισμός έχιε σχέση με αυτό το κομμάτι του ονείρου και του Ασυνείδητου, ήξερα τι ατμόσφαιρα ήθελα να δώσω και ότι εικαστικά δεν ήθελα απόκλιση μεγάλη απ' το έργο του Μαγκρίτ. Αυτά ήταν τα σταθερά σημεία. Πειραματιστήκαμε πάρα πολύ και δημιουργήθηκαν πολύ έντονες εικόνες, τραγικές, κωμικές, εγκλωβιστικές, πράγματα δηλαδή που ζούμε και στην καθημερινή μας ζωή. Αυτό με οδήγησε και έφτιαξα έναν μπούσουλα σεναρίου. Δεν με ενδιέφερε να ξέρει το κοινό αυτό το σενάριο, απλά είναι πολύ σημαντικό να ξέρουμε εμείς τι κάνουμε και σε κάθε σκηνή αυτο που θέλουμε να δώσουμε και να δουλέψουμε. Δεν ήταν αρκετό να δημιουργηθεί μια ωραία εικαστικά εικόνα και να πω "πάρτε αυτό και τελείωσε". Δεν το θέλαμε αυτό. Κρατήσαμε πολλά στοιχεία του Μαγκρίτ, τον τρόπο που χρησιμοποιεί το σουρρεαλιστκό στοιχείο. Αυτό που με εντυπωσιάζει στους πίνακές του, είναι πώς παίρνει ένα αντικείμενο που το θεωρούμε δεδομένο, ένα ποτήρι ας πούμε, και σου λέει αυτό δεν είναι ποτήρι, κι αυτό με ενδιαφέρει να το μεταφέρω και στη δουλειά μου. Μ' αρέσει που μπορεί να δεις έναν πίνακά του να σου φανεί κωμικός στην αρχή, ας πούμε ένα αυγό μέσα σ' ένα κλουβί, αλλά τελικά αυτό μπορεί με τις ανάλογες πνευματικές διεργασίες, να αποκαλυφθεί πως κρύβει μια μεγάλη τραγικότητα. Νομίζω αυτό έχουμε ως ένα βαθμό καταφέρει να το μεταφέρουμε στη σκηνή. Δηλαδή κάτι που φαίνεται ανάλαφρο και κωμικό μπορεί να καταλήξει να έχει πολλή τραγικότητα μέσα του.
Ν.Χ.: Εσείς τι ζητήματα ερευνατε μέσα από το έργο του Μαγκρίτ;
Ν.Π.: Εγώ αυτό στο οποίο κατέληξα μέσα απ' όλο αυτό, είναι μια προσωπική απελευθέρωση. Πώς να μπορέσει ο άνθρωπος να είναι ελεύθερος από διάφορα πράγματα που κουβαλάει. Αυτό αισθάνθηκα. Ασχολήθηκα και με την προσωπική μυθολογία του Μαγκρίτ, το ότι βρήκε τη μητέρα του πνιγμένη. Ο ίδιος δεν παραδεχόταν ότι το γεγονός επηρέασε τη ζωγραφική του, αλλά για μένα ήταν σημαντικό, ακόμη κι αν το κοινό δεν γνωρίζει αυτή την πληροφορια, γιατί μιλάμε για τη μητρική φιγούρα, που είναι κάτι πολυσύνθετο για μένα. Οπότε το έργο μας, μιλάει για το σημείο εκείνο που μπορεί να φτάσει ένας άνθρωπος μετά τον αλληλοσυσχετισμό του με άλλους άνθρωπους, αλλά και με τα τραύματα που κουβαλάει.
Ν.Χ.: Ποιά είναι η σχέση σας με το κοινό; Θέλετε να το προκαλέσετε; Πολλές απ' τις επαναστάσεις που έγιναν στην τέχνη, είχαν ως αφορμή να φύγει το κοινό από τον κομφορμισμό του και την άνεση της πεπατημένης.
Ν.Π.: Το βασικότερο για μένα, το οποίο έχω και ανάγκη ως θεατής, είναι ο σεβασμός στο θεατή. Έχοντας πει αυτό, δεν σημαίνει ότι δεν μπορείς να προκαλέσεις το θεατή. Απλά νομίζω ότι πρέπει να υπάρχουν κάποια όρια, τα οποία βέβαια είναι και σχετικά για την αντοχή του κάθε θεατή. Δε φοβάμαι να προκαλέσω και νομίζω κάποιες φορές είναι και αναγκαίο. Το θέμα είναι να ξέρεις γιατί προκαλείς. Αν είναι ξεκάθαρο γαι τον δημιουργό, δεν ενοχλεί τόσο το θεατή, αν όμως είναι μόνο πρόκληση για την πρόκληση, και μένα που είμαι πολύ ανοιχτή σε θεάματα και δε σοκάρομαι, ως θεατή μπορεί κάτι τέτοιο να με ενοχλούσε. Όσο και ακραίο να είναι κάτι, αν έχει λόγο που το κάνει ο καλλιτέχνης, το σέβομαι. Οπότε κι εγώ αυτή τη διάθεση έχω. Αν θέλω σε κάποιο έργο να προκαλέσω, πρέπει να βρω και τον τρόπο που θα το κάνω ώστε να τραβήξω το ενδιαφέρον του θεατή. Για να κινήσω διεργασίες στο θεατή. Αυτή την επαφή θέλω με το κοινό. Μαζί με σεβασμό σε όλα τα θέματα της παράστασης: από το δημιουργικό/καλλιτεχνικό μέρος ως την τεχνική. Πρέπει ένα έργο έστω κι αν δεν συμφωνούμε με την αισθητική του, να μπορεί να μας αλλάξει πράγματα, ιδέες μέσα μας. Να μας κάνει να σκεφτούμε κάτι που δεν του δίναμε σημασία. Είναι σημαντική αυτή η λειτουργία ενός έργου τέχνης, κι ίσως κάποιες φορές να το πετυχαίνει η τέχνη μέσω της πρόκλησης. Αλλά με τους όρους που σας είπα. Γενικά η κινητοποίηση του συναισθήματος είναι πολύ βασική.
Ν.Χ.: Σε σχέση με τη δεκαετία του '90 όπου πολλοί θεώρησαν ότι έγιναν μεγάλα βήματα στην τέχνη του χορού, πού βρισκόμαστε σήμερα; Υπάρχουν επιρροές από εκείνη την εποχή; Οι καλλιτέχνες των 50κάτι τι έχουν αφήσει πίσω τους; Οι νέοι καλλιτέχνες κοιτάζουν καθόλου προς μια ας πούμε νέα ελληνική παράδοση ή την έχουν εγκαταλείψει για κάτι άλλο;
Ν.Π.: Πιστεύω ότι δεν πρέπει να απορρίπτουμε ό,τι έχει προηγηθεί. Είτε μας αρέσει είτε όχι, υπήρξε για κάποιο λόγο, και αυτό που υπήρξε το '90, όπως και τα παιδιά του '90, πήραν κάτι από παλιότερους. Όλα έχουν μια συνέχεια μεταξύ τους. Τα νεότερα παιδιά σίγουρα έχουμε πιό δυνατό υπόβαθρο από αυτούς τους ανθρώπους, γιατί θεωρώ ότι οι προηγούμενοι έκαναν μεγάλα άλματα για τα ελληνικά δεδομένα. Έφεραν έναν νέο αέρα στο σύγχρονο χορό, πειραματίστηκαν πολύ, και πολλούς τους βλέπουμε να έχουν εξελιχθεί πάρα πολύ και να είναι σπουδαίοι καλλιτέχνες. Αυτό είναι πολύ βασικό για μας τους νεότερους, γιατί έχουμε ένα υλικό που το 'χουμε έτοιμο και μέσα μας. Αυτή την περίοδο όμως στην Ελλάδα υπάρχουν πάρα πολλά προβλήματα όσον αφορά γενικότερα στην τέχνη γιατί δεν υπάρχει υποστήριξη. Θεωρώ ότι ένα κράτος που δεν υποστηρίζει τους νέους καλλιτέχνες το κάνει δύσκολο σε κάποιον να δημιουργήσει μόνος του εντελώς. Γίνονται πολλές low cost δουλειές. Υπάρχουν πολλοί καλλιτέχνες, βλέπω κι από μάς, που έχουν πολλές ιδέες αλλά είναι αδύνατον να το υποστηρίξει κανείς μόνος του το βάρος της παράστασης. Κι όταν μιλάω για επιχορήγηση, δεν είναι μόνο η γνωστή οικονομική συνεισφορά οτυ ΥΠΠΟ, θα μπορούσε να υπάρχει κι άλλη υποστήριξη, κάποια θέατρα να δίνονται όπως παλιότερα γινόταν στον Μήνα Χορού. Οπότε υπάρχουν νέα παιδια, ταξιδεύουν, κουβαλάνε ερεθίσματα, αλλά υπάρχουν πλέον και πολλές δυσκολίες. Κι ακόμη κάτι: ενώ γίνεται καταπληκτική δουλειά στην τεχνική στις σχολές, πλέον η τέχνη έχει ανοίξει πολύ και πρέπει να υπάρχει μια πιό ευρεία γνώση και ανανέωση στις σχολές. Όπως οι ηθοποιοί διδάσκονται χορό, πρέπει και οι χορευτές να διδάσκονται υποκριτική, ας πούμε. Οπότε όλο αυτό που έχουμε πάρει απ' τους προηγούμενους, χρειαζεται υποστήριξη και διαφορετική αντιμετώπιση για να εξελιχθεί.
Ν.Χ.: Μιλάτε μεταξύ σας οι καλλιτέχνες για θέματα "καλής πράκτικής";
Ν.Π.: Είναι λίγο κλειστό...Παλιότερα στο Μήνα Χορού συναντιόμασταν, μιλούσαμε...Υπήρχε αφορμή να μιλήσουμε και να διεκδικήσουμε πράγματα. Τώρα μόνο τυχαία θα βρεθούμε. Για να μαζευτεί όλος αυτός ο κόσμος και να κάνει κάτι, είναι δύσκολο.
Ν.Χ.: Τα μελλοντικά σας σχέδια; Μου είπατε για το νέο έργο πιο πριν. Κάτι άλλο;
Ν.Π.: Έχει προκύψει μια νέα συνεργασία, μια συμπαραγωγή του θεάτρου Άλφα. Θα συν-σκηθετήσουμε με τον Άκη Φιλιό, που είναι μουσικός και ηθοποιός, και θα φτιάξουμε ένα θεατρικό βασισμένο στην κίνηση κυρίως, πάνω στη νουβέλα του Γκυ ντε Μωπασσάν "Η Χοντρομπαλού". Δεν έχει ξανανέβει στην Ελλάδα, έχουμε ήδη την ομάδα των δέκα ηθοποιών που έχουν κάνει σημαντικές δουλειές, και ξεκινάμε πρόβες για να πάμε τη σαιζόν του Μαίου, κι αν πάει καλά θα συνεχίσουμε και το φθινόπωρο. Η ομάδα λοιπόν είναι έτοιμη, και είναι πρόκληση για μένα, γιατί δεν έχω ξαναδουλέψει με ομάδα μόνο ηθοποιών. Εγώ έχω το κινησιολογικό κυρίως κομμάτι και ο Άκης το κομμάτι της υποκριτικής. Να πω κι ένα μεγάλο ευχαριστώ στο θέατρο Άλφα για το χώρο, την επικοινωνία που κάνει ο Χρήστος Τζίφας, την εμπιστοσύνη και την υποστήριξη.
Ν.Χ.: Σας ευχαριστώ.
Ν.Π.: Κι εγώ. 


 Θέατρο Άλφα: 30/1 και 1/2, στις 21:00 μμ.