https://drive.google.com/file/d/1Hw7wW20lEXn5NBM83EHRc430pR2SzYBg/view?usp=sharing

Thursday, November 28, 2024

ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΑΤΡΟΥ - JOHN

 Παρακολούθησα το JOHN στο θέατρο Δίπυλον, στις 22/11/2024. Η παράσταση ανεβαίνει σε σκηνοθεσία Μιχάλη Πανάδη. Το έργο είναι της  βραβευμένης Αμερικανίδας Annie Baker (1981- ). 

Το έργο, με δόσεις μυστηρίου που προσφέρονται στον θεατή από νωρίς και συνεχίζουν ως την σκηνική ανάγνωση ενός μυστηριώδους βιβλίου, θα έλεγα πως είναι μια νεότερη εκδοχή του έργου του 'Εντουαρντ Άλμπυ "Ποιός φοβάται την Βιρτζίνια Γούλφ;" (1962) που μεταφέρθηκε αριστουργηματικά στην μεγάλη οθόνη το 1966 από τον Mike Nickols, και βεβαίως ανέβηκε και ανεβαίνει σε πολλές σκηνές ανά τον κόσμο μέχρι σήμερα. 

Το στοιχείο του φανταστικού εμπλουτισμένο με δεδομένα κοινωνικής κριτικής και θέματα έμφυλης ταυτότητας και σχέσεων, θα έλεγα επίσης, ότι κάπως φέρνει στον νου το Rocky Horror Show του Richard O' Brien, από τα '70s. 

Με όλα αυτά που προαναφέρθηκαν στις "αποσκευές", και επιπλέον μια φεμινιστική ματιά του σήμερα, πολύ μελάνι που έχει χυθεί για την κρίση στις σχέσεις των ζευγαριών, ειρωνεία και μεταμοντέρνο νατουραλισμό (πάλι στην ειρωνεία καταλήγουμε, αλλά επιτρέψτε τον όρο) που ήρθε στο προσκήνιο από τα μέσα της δεκαετίας του '90, και μάλιστα εδραιώθηκε με την ποπ κουλτούρα, σε σειρές όπως τα Φιλαράκια και το Sex and the City, (δηλαδή η ευθεία αναφορά σε θέματα γυναικείας υγιεινής και trivia όπως το μασελάκι για το τρίξιμο των δοντιών), η Άννι Μπέϊκερ, φέρνει ένα νεαρό ζευγάρι σε ένα "αλλούτερο" πανδοχείο, σε περιοχή με μουσείο και ατραξιόν από τον Εμφύλιο πόλεμο. Ένα συντηρητικό, ίσως λίγο μπανάλ σκηνικό, ενός φερέλπιδος ζευγαριού που περνάει κάποια κρίση. 

Η Κόρα Καρβούνη είναι η ιδιοκτήτρια του ξενοδοχείου, η Γιούλη Τσαγκαράκη είναι η τυφλή φίλη της, και οι Χρήστος Κοντογεώργης και Καλλιόπη Παναγιωτίδου, το ζευγάρι που έρχεται να συμφιλιωθεί ή/και να αλληλοφαγωθεί στο εν λόγω γραφικό σημείο της Αμερικής...

Το στοιχείο του φανταστικού και ανεξήγητου, δίνει στο έργο η αναφορά μέσω του "βιβλίου", στους "Παλαιούς" του H.P. Lovecraft. Το JOHN, ανακαλεί τον "Τρόμο του Ντάνγουϊτς" (1929), με το Νεκρονομικόν και το Πανεπιστήμιο του Miskatonic και την αποκάλυψη του κόσμου των Παλαιών. Μέσα σ' όλο το ανατριχιαστικό περιβάλλον και τον διαρκώς υπονοούμενο κίνδυνο, το ξενοδοχείο, η σχέση του ζευγαριού, οι ζωές όλων, γίνονται σύμβολα και ταυτίζονται κάπως: η ακινησία του χρόνου στο κτίριο, η τυφλή φίλη που είναι η σύνδεση ανάμεσα στα υπαρκτά και τα φανταστικά πράγματα, η σχέση των δύο νέων, αλληλοσυνδέονται λες και έψαχνε ο ένας τον άλλο για να εξηγήσει την ύπαρξή του. Και το γαϊτανάκι συνεχίζεται, ωσότου μπορέσουν -όσοι το μπορέσουν- να βγουν και πάλι στο φως. 

Η παράσταση έχει ρυθμό, παρασέρνει τον θεατή και κρατάει το σασπένς ως το τέλος. Φανταστική η Γιούλη Τσαγκαράκη, εξαιρετική και η Κόρα Καρβούνη. Ο Χρήστος Κοντογεώργης λίγο πιο υψηλών τόνων απ' ό,τι μερικές φορές απαιτούσε το κείμενο, αλλά σε γενικές γραμμές συνεπής. Η Καλλιόπη Παναγιωτίδου πολύ καλύτερη στις σκηνές με τις γυναίκες, κάπως επιφανειακή στα μέρη με τον φίλο της, ιδίως στην αρχή του έργου. Πολύ ατμοσφαιρικό το σκηνικό της Ζωής Μολυβδά-Φαμέλη. 

Εν κατακλείδι: Να πάτε, θα περάσετε ωραία. 

φωτο: Δομνίκη Μητροπούλου 




Monday, November 18, 2024

ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΑΤΡΟΥ- Η ΛΥΓΕΡΗ

 Η ΛΥΓΕΡΗ, ΕΘΝΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ, Πειραματική Σκηνή Νέων Δημιουργών- 16/11/2024.

Την Λυγερή του Ανδρέα Καρκαβίτσα, που ανέβηκε πρόσφατα σε σκηνοθεσία Ειρήνης Λαμπρινοπούλου και διασκευή Ειρήνης Μουντράκη, παρακολούθησα στο ΡΕΞ, σκηνή Κατίνα Παξινού. 


Η δημοφιλία της "Φόνισσας" της Εύας Νάθενα στο σινεμά, έδειξε ότι τα έργα του patrimoine, της εθνικής παράδοσης, είναι καλός αγωγός της επιθυμίας του κοινού να δει στέρεη, κλασική λογοτεχνία, και των θεατρανθρώπων (...) να του την προσφέρουν ξαναδουλεμένη και δη, όπως είναι η τάση, ενίοτε, επί το φεμινιστικότερον. 

Η Λυγερή, έργο του τέλους του 19ου αιώνα, (1896), είναι θα 'λεγε κανείς κάτι ανάμεσα σε Έμμα Μποβαρύ του Γκυστάβ Φλωμπέρ -ως προς τη βαρεμάρα και το αδιέξοδο του γάμου της ηρωίδας- και Κατερίνας από την "Στρίγκλα που έγινε αρνάκι" του Σαίξπηρ. Είναι έξοχο ψυχογράφημα των γυναικών, και πικρή αποτύπωση της εποχής και των ηθών. 

Η διεισδυτική πένα του Ανδρέα Καρκαβίτσα που συνέγραψε την Λυγερή, δεν μένει στην ηθογραφία, αυτό θα τον αδικούσε, παρά το ύφος και τις περιγραφές του βιβλίου του. Είναι η εξιστόρηση με χιούμορ, ειρωνεία, πάθος και καλοκρυμμένο πνεύμα κριτικής των ηθών μιας επαρχιακής κωμόπολης. Η ηρωίδα του η "Λυγερή", κατά κόσμον Ανθή Στριμμένου και ο αδιέξοδος έρωτάς την για έναν ωραίο πλην πτωχό νέο, καθώς κι ο γάμος της με συνοικέσιο με έναν πεζό και τραχύ στους τρόπους έμπορο, τον Νικολό, είναι το κύριο θέμα. Γύρω από αυτό τον πυρήνα πλέκεται ένα γαϊτανάκι σχέσεων, συγγενών, συγχωριανών, πατρικής και ανδρικής εξουσίας, μάχης για το "καλό όνομα" και την "τιμή". Αυτούς τους μαιάνδρους διασχίζει η Ανθή στην  πορεία της προς την ωριμότητα από κοπέλα νεαρή σε γυναίκα και μάνα και σύζυγος, με αγώνες πολλούς και δύσκολους. 

Είναι τεράστια η εντιμότητα του Καρκαβίτσα στην προσπάθειά του να περιγράψει τον λαβύρινθο των γυναικείων σκέψεων, των σχέσεων εξουσίας στις οποίες καλείται να υπακούσει και των εντολών που καλείται να εσωτερικεύσει βρίσκοντας ή όχι, εντέλει τη γαλήνη. Είναι εντυπωσιακό το πώς προσεγγίζει και αναλύει την γυναικεία ψυχή -όσο του έχει αποκαλυφθεί από αυτήν- η ανδρική πένα. Παρά τον συγκρουσιακό συχνά χαρακτήρα των σχέσεων των φύλων, σε επίπεδο λογοτεχνίας, πρέπει να παραδεχτεί κανείς ότι η ανδρική παρατηρητικότητα έχει κάνει μερικά θαύματα. 

Πέραν αυτού, και στο θέμα της παράστασης, είναι ενδιαφέρον το στοίχημα με την παράδοση και την μεταφορά κειμένων στο θέατρο, δεν είναι η Λυγερή η πρώτη φορά βεβαίως που συμβαίνει κάτι τέτοιο,  και ίσως θυμόμαστε τι έγινε με την επαναφορά του "Γιούγκερμαν" στην επικαιρότητα. Να πούμε λοιπόν ότι η διασκευή της Ειρήνης Μουντράκη είναι πολύ ενδιαφέρουσα, ποιητική και ειλικρινής, και η σκηνοθετική ματιά, αντί της ηθογραφίας, πέρασε σε μια χοροθεατρικού τύπου κοινωνική κριτική, με άνεση και γνώση. Η σκηνή δε, στρωμένη με πέταλα λουλουδιών, πέραν του συσχετισμού με το κείμενο και την διασκευή ως προς το πανηγύρι και τα γαρύφαλλα στη λαϊκή ορχήστρα, δεν μπόρεσε παρά να συσχετιστεί και με τα "Nelken" ("Γαρύφαλλα", 1982) της Πίνα Μπάους. 

Το πανηγύρι του χωριού φλέρταρε λιγάκι με κινηματογραφική κιτς μετα-ηθογραφία (επιτρέψτε μου τον όρο), με πειστικό σύμμαχο το "έκο" του μικροφώνου, η υποτακτική ζωή των γυναικών στηλιτεύθηκε χωρίς να προδοθεί το κείμενο, που προς το τέλος του (spoiler alert) ερμηνεύθηκε παρά ακολουθήθηκε, αλλά αυτό είναι και το ζητούμενο σε μια νέα παρουσίαση. 

Οι ηθοποιοί της παράστασης εξαιρετικοί όλοι τους, οι δύο αντίζηλες "Ανθή" και "Βασιλική", Δανάη Φιλίδου και Δάφνη Δρακοπούλου αντίστοιχα, χάρμα οφθαλμών, είχαν νιώσει τους ρόλους τους και  χειρίστηκαν το υλικό στο έπακρο, οι Θάνος Τριανταφύλλου και Κωνσταντίνος Σεβδαλής, ως "Γιωργής" και "Νικολός" εξαιρετικοί, ο Θ. Τριανταφύλλου ως νεαρός "καρολλόγος", αυθόρμητος και συναισθηματικός, βρέθηκε να παίζει έναν χαρακτήρα που ήταν λες και φτιάχτηκε για εκείνον. Η Μαρία Τσιμά και ο Βασίλης Καραμπούλας, ως γονείς της "Ανθής" ισορρόπησαν θαυμάσια το χιούμορ και τη "συνήθεια" της ζωής τους, σαν μια πραγματική τραμπάλα ενός ζευγαριού. Ιδιαίτερη μνεία στην Μαντώ Γιαννίκου, που είχε τον ρόλο της "Παγώνας" (και αφηγήτρια), ενός ρόλου δύσκολου, εντελώς ανατρεπτικά ειδωμένου στο κείμενο και τη σκηνοθεσία, που ομολογουμένως μένει στο μυαλό του θεατή. Είναι σαν τους ρόλους του κακού στα κόμικς, που είτε λίγες είτε πολλές σελίδες  καταλαμβάνουν, δεν ξεχνιούνται. 

Εν κατακλείδι, μια ψυχαγωγία για διασκέδαση και σκέψη. Να την δείτε! 


φωτο: Θεόφιλος Τσιμάς







Wednesday, July 10, 2024

90s ΣΚΗΝΕΣ

 Μπορεί τα 90s να άρχισαν με grunge και θεωρητικά, έμφαση στον μινιμαλισμό, αλλά η χρωματική παλέτα τους, θα έπρεπε να μας κάνει να υποψιαστούμε ότι επρόκειτο για άλλη μια εκδοχή της χλίδας. 

Και το βιβλίο μου για τον σύγχρονο χορό στην Ελλάδα, προσφέρει μια από πρώτο χέρι μαρτυρία, για τη χλιδή που επικράτησε στις σκηνές τη δεκαετία του '90. Την εποχή των παχυλών επιχορηγήσεων, της κορύφωσης της αναρώτησής μας (...) για το αν είμαστε ανατολίτες ή βαλκάνιοι, της πίστης ότι η ρεμούλα της μεταπολίτευσης δεν θα τελειώσει ποτέ, και γενικότερα μιας εφηβείας παρατεταμένης που περιλάμβανε αργοπορημένα προτάγματα του Μάη του '68, τη σεξουαλική επανάσταση της γκέι κοινότητας, βγάλσιμο της γλώσσας στους θεσμούς, και την πεποίθηση ότι ο παγκοσμιοποιημένος καλλιτέχνης οφείλει να μεταγράψει στην καθυστερημένη Ψωροκώσταινα τα όσα θαυμαστά συνέβαιναν στην αλλοδαπή, δηλαδή να κοπιάρει ανερυθρίαστα και ταχύτερα κι από μαγαζί στην κινεζική ενδοχώρα την "ωτ κουτύρ" της τέχνης, σε τσίτια για όλους. 

Η δεκαετία του '90, σήμανε τη λήξη της ονείρωξης της χλιδής, αλλά περιέργως πως, εδραίωσε την πίστη  στην ανάγκη να την ξαναζήσει η ανθρωπότητα, μαζικά. Καμμιά ωριμότητα, καμμιά αλλαγή νοοτροπίας, κι από μια άποψη αυτό είναι κατανοητό: γλυκάθηκε η γριά στα σύκα, πού να ξαναγυρίσει στα ξυνά... 

Από καλλιτεχνική άποψη, οι επιχορηγήσεις, κατά το Γαλλικό σύστημα, εδραιώθηκαν και αυξήθηκαν. Έτσι, φτάσαμε στο σημείο που κάθε καλλιτέχνης, (ας μείνουμε στο χορό), δεν έκανε βήμα (μεταφορικά και κυριολεκτικά) αν δεν έλυνε το αγωνιώδες και τρομακτικό ζήτημα "ποιόν βιολοντσελίστα να προσλάβει για να συνθέσει για το επόμενο έργο". Δεν έκανε βήμα, αν δεν είχε τον προσωπικό γλύπτη να συνθέσει το σκηνικό της επόμενης παραγωγής, που έπρεπε να λάβει χώρα σε εποχή που οι πολλαπλές υποχρεώσεις του γλύπτη άφηναν κάποιο κενό για να "πάρει" κι άλλο πελάτη ("μωρή Σούλα βάλε στο λουτήρα την κυρία Σολτάνα και βγάλε τα μπιγουδιά της κυρίας Στέλλας κι έρχομαι"). Χωρίς προσωπικούς μουσικούς, κοστυμιέ, σκηνογράφους, κατασκευαστές σκηνικών και προηγούμενη ενημέρωση από τις διεθνείς καλλιτεχνικές επιτυχίες ("δες τι φοριέται φέτος στο Λονδίνο, θα το αγοράσω, λεφτά έχουμε"), ο αρτίστας, η αρτίστα δεν προχωρούσε. Πώς μπορεί άλλωστε να συνθέσει κάποιος ένα κοπιαρισμένο συνολάκι α λα Πίνα Μπάους, όταν βρίσκεται στα πρόθυρα νευρικής κρίσης γιατί η Βίσση παρέλαβε πρώτη το φόρεμα στον ¨Διογένη", και άρχισε πριν την μπαλαρίνα-πρωταγωνίστρια τη δίαιτα με ρύζι αναποφλοίωτο; 

Μ' αυτά και μ' αυτά, σκηνή χορευτική δεν δημιουργήθηκε, θεσμοί δεν ενισχύθηκαν, νοοτροπίες δεν άλλαξαν. Ενδυναμώθηκε όμως ο σουσουδισμός, που έθρεψε του γηγενείς και όσους εκ του εξωτερικού ήθελαν δωρεάν διακοπές στην ηλιόλουστη χώρα μας. 


Ο σύγχρονος χορός στην Ελλάδα - Νατάσσα Χασιώτη - 9786185186432 | Protoporia.gr




Monday, June 3, 2024

BOOK REVIEW - The Conquerors by Andre Malraux



https://drive.google.com/file/d/1Hw7wW20lEXn5NBM83EHRc430pR2SzYBg/view?usp=sharing 

Με την εικόνα της ιστορικής έκδοσης των Κατακτητών, βίντεο ή μόνο ηχητικό, με φωνή ανδρική, υποκύπτοντας στον πειρασμό του ΑΙ. (κείμενο στα Αγγλικά)

Καλή ακρόαση!