https://drive.google.com/file/d/1Hw7wW20lEXn5NBM83EHRc430pR2SzYBg/view?usp=sharing

Tuesday, January 26, 2016

ΚΟΥΑΡΤΕΤΟ - Κριτική (17/1/2016)

Η παράσταση Κουαρτέτο, βασισμένη στο ομώνυμο έργο του Heiner Mueller, βασισμένο με τη σειρά του στο έργο Οι Επικίνδυνες Σχέσεις του Chonderlos de Laclos, παρουσιάζεται σε εκδοχή Φλαμένκο, στον χώρο Arroyo Nuevo. Τους τέσσερεις ρόλους του έργου, της Μαρκησίας ντε Μερτέϊγ, του Υποκόμη ντε Βαλμόν, της ερωμένης του υπερήφανης και αγνής Κυρίας ντε Τουρβέλ και της ανηψιάς της Μαρκησίας, της Βολάνζ, που αποδεικνύεται εξαιρετικά εύπλαστη στα χέρια του υποκόμη, ερμηνεύουν οι δύο χορευτές-περφόρμερ, ο Σταύρος Λίτινας και η Εύα Παρασκευοπούλου. Αφηγήτρια η Άντζελα Μπρούσκου και στο πιάνο η Αλίνα Αναστασιάδη.

Αν εξετάσει κανείς τον αριθμό παραστάσεων φλαμένκο στη χώρα μας, θα δει πως πρόκειται για ένα εξαιρετικά δημοφιλές είδος. Κατά καιρούς μας έχουν επισκεφθεί κλασικοί/παραδοσιακοί θίασοι αλλά και εκπρόσωποι του ευρέος ανανεωτικού φάσματος του φλαμένκο, από τον εμπορικό τυφώνα Χοακίν Κορτές, μέχρι την Μαρία Παχές και τον Αντόνιο Κανάλες με τις ομάδες τους, σόλο καλλιτέχνες σε μικρές σκηνές, και φυσικά η Κριστίνα Όγιος. Το είδος, συχνά στο περιθώριο όσων ενδιαφέρονται για τον σύγχρονο χορό ή τα εναλλακτικά σοφιστικέ ρεύματα, στο νου πολλών θεατών έχει συνδεθεί με τη φολκλόρ πολυχρωμία, χωρίς πραγματική ικανότητα να σχολιάσει τη σύγχρονη πραγματικότητα, η να προκαλέσει τον σημερινό θεατή, παρά μόνο να προσφέρει διασκέδαση σε λίγο-πολύ γνωστά κι αποκρυσταλλωμένης αισθητικής μονοπάτια. Βεβαίως οι ίδιοι οι καλλιτέχνες του φλαμένκο πιστεύουν στην ανανέωση, πιστεύουν στην ανάμιξή του με άλλες τέχνες και την άσκησή του σε άλλες μουσικές, πέραν της παραδοσιακής συνοδείας από φωνή, κιθάρα, κρουστά. “...δανειζόμαστε στοιχεία[...] προσπαθώντας να καταλήξουμε σε κάτι που να είναι φλαμένκο” (Κ. Όγιος, “Μεγάλοι Χορογράφοι-Συνεντεύξεις”, σελ. 76). Κι ας μην ξεχνάμε ότι πρώτα απ' όλα υπήρξε το τραγούδι, η μουσική, το “αίσθημα φλαμένκο", που είναι στοιχείο σημαντικό και ενίοτε δύκολο να "συνυπάρξει" με άλλα είδη χορού ή άλλες τέχνες σε μια διαδικασία ανανέωσης. 
Όμως...
Όλα αυτά μαζί, παρελθόν, παρόν και ενσωμάτωση ενός είδους γεννημένου πολλά χιλιόμετρα μακριά απ' την Ελλάδα, βάζει επιτυχώς σε λειτουργία ο Σταύρος Λίτινας στο “Κουαρτέτο”. Με Δυτική μουσική συνοδεία στο πιάνο, την αφήγηση με τη φωνή της Άντζελας Μπρούσκου, μεταμφιέσεις και κυρίως palmas και περίτεχνο zapateado, καταφέρνει μαζί με την παρτεναίρ του Εύα Παρασκευοπούλου, να μεταφέρει αριστοτεχνικά στου σημερινούς θεατές το οικτρό άμα δε και σαγηνευτικό παιχνίδι εξουσίας και έρωτα των δύο libertins του 18ου αιώνα, που γνώρισαν τη δεκαετία του '80 επιτυχείς κινηματογραφικές μεταφορές από τους Στήβεν Φρήαρς και Μίλος Φόρμαν. 
Στο Κουαρτέτο, την κρυπτική εκδοχή του Χ. Μύλλερ, παίζουν ένας άνδρας και τρεις "γυναικείες εκδοχές", η υψηλή Κυρία των Λογισμών, Η νεαρή άσωτη, χωρίς συνείδηση μαθήτρια της απάτης και “δείγμα τυπικό” των συζυγικών σχέσεων όσο και του μύθου περί της πίστης στον γάμο και η έμπειρη, ώριμη, χειριστική, κακόβουλη (;) γυναίκα, ισότιμη του πλέον άπιστου άνδρα, η τελευταία που θα “πέσει”, απελπιστικά μόνη, όταν όλοι θα 'χουν φυγε ή πεθάνει, η Μαρκησία -μια σπάνια εξαίρεση στις γυναίκες-καλόβολες ηρωίδες της λογοτεχνίας.
Ο Χοζέ Λιμόν, στο σύγχρονο χορό, είχε δώσει πριν από 60 χρόνια τη δική του εκδοχή του “Οθέλλου”, σε ένα κουαρτέτο, την περίφημη Moor's Pavane, αλλά χωρίς εναλλαγές ρόλων και μεταμφιέσεις, παρά ξεκάθαρα τα δύο ζευγάρια των πρωταγωνιστών: εκείνων που καταστρέφουν, κι εκείνων που καταστρέφονται στο έργο του Σαίξπηρ.

Να τονιστεί ότι στην παράσταση του “Κουαρτέτου” κατά Σταύρο Λίτινα, οι μεταμφιέσεις μέσω των κοστουμιών είναι απολύτως καλόγουστες και μελετημένες, ο ίδιος δε σε γυναικείο ρόλο έξοχος. Θαυμάσια και η παρτεναίρ του, αξιέπαινη στην πειστικότητα των ρόλων. Και οι δυό τους πολύ ταιριαστοί σκηνικά.

Εν κατακλείδι: Να πάτε στο ατμοσφαιρικό Arroyo Nuevo και να δείτε την παράσταση, αλλιώς θα χάσετε.





Sunday, January 17, 2016

ΦΑΟΥΣΤ, Δημοτικό Θέατρο Πειραιά – ΚΡΙΤΙΚΗ

Φάουστ, Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, 16/1/2016. 

Ο Φάουστ, το μνημειώδες έργο του Γ.Β. Γκαίτε (J.W. Goethe), σε σκηνοθεσία Κατερίνας Ευαγγελάτου, συνεχίζεται με επιτυχία στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.
Ο Φάουστ έχει τύχει πολλών κινηματογραφικών και θεατρικών μεταφορών, ξεκίνησε ως θρύλος στα τέλη του Μεσαίωνα, και δεν έχει μέχρι τις μέρες μας σταματήσει να συναρπάζει η σκοτεινή ιστορία του αγύρτη (;) ή σοφού ή αλχημιστή (;) Χάϊνριχ Φάουστ. Από τους H. Αndreani & D. Barnett, στον Murnau και τον Sokourov, η ιστορία έχει δεχτεί πάμπολλες ερμηνείες, ενώ δεν άφησε ασυγκίνητο και τον κόσμο της όπερας, με το πασίγνωστο έργο του C. Gounod να αφηγείται τις περιπέτειες του τυραννισμένου δόκτορα.

Το Πάσχα, εποχή περισυλλογής και σκέψης γύρω από τα ανθρώπινα, αλλά και σημείο όπου κρίνεται η πίστη καθώς ο άνθρωπος έρχεται αντιμέτωπος με το ζήτημα του θανάτου και της αποδοχής του θαύματος (και) της Ανάστασης, είναι εποχές στις οποίες τοποθετούνται δύο θεμελιώδη ταξίδια στην ιστορία της λογοτεχνίας: του Dante Alighieri στον Κάτω Κόσμο και τις θεολογικές κατηγοριοποιήσεις του, των Καταραμένων, του Καθαρτηρίου και του Παραδείσου και του Δόκτορος Faust περίπου στα ίδια μέρη. Το ταξίδι στην κόλαση και στις δύο περιπτώσεις κρατάει πολύ και μας μένει αξέχαστο, ιδίως στην περίπτωση της ιδιαίτερης περίπτωσης του Φάουστ που το αποζήτησε κιόλας. Είναι κάπως σαν την Κόλαση πριν την Κόλαση, σαν flash-back του πώς κάποιος καταλήγει εκεί. Στη Θεία Κωμωδία, οδηγός του ποιητή είναι ο Βιργίλιος και τελικά η Βεατρίκη, στον Φάουστ την κάθοδο στον κόσμο των ζωντανών-νεκρών εξασφαλίζει η συμφωνία με τον Μεφιστοφελή αλλά στο τέλος του δεύτερου μερους της τραγωδίας πάλι μια γυναίκα θα τον σώσει, η Μαργαρίτα -ο Φάουστ δηλαδή ξεκινάει την πορεία του με τον ιδιοκτήτη και κάτοικο του ένατου κύκλου της Κόλασης, ενώ ο Δάντης θα τον δει, παγωμένο, στο τέλος του καθοδικού του ταξιδιού.

Στην παράσταση-ποταμό των δυόμισυ ωρών που σκηνοθέτησε η Κατερίνα Ευαγγελάτου, σε μετάφραση του Σπύρου Ευαγγελάτου και με σύμβουλο στη δραματουργία τον Πλάτωνα Μαυρομούστακο, παρουσιάζεται το πρώτο μέρος -όπως συνήθως. Και πρέπει να πω ότι η παράσταση είναι εξαιρετική. Μετάφραση, σκηνοθεσία και βεβαίως υποκριτική, όλα άψογα. Ο Νίκος Κουρής-Φάουστ, έχει διανύσει τεράστια απόσταση, είναι σπουδαίος ηθοποιός, πράγμα που ανεβάζει τον πήχυ για τις μελλοντικές του δουλειές. Είναι ένας καταπληκτικός “Φάουστ”. Αυτό. Δίπλα του δαιμονικός -επιτυχως και ευτυχώς με καθοδηγημένες αλλά και εσωτερικές ισορροπίες- ο Αργύρης Πανταζάρας-Μεφιστοφελής. Σπουδαίο δίδυμο στη σκηνή, “αλωνίζουν” επί ένα δίωρο, είναι χάρμα να τους βλέπεις. Οι πρωταγωνιστικοί ρόλοι συμπληρώνονται από την Νάνσυ Σιδέρη-Μαργαρίτα, που είναι συγκλονιστική στον τελικό μονόλογο στη φυλακή. Δηλαδή σ' όλη τη διάρκεια του έργου είναι πράγματι η “Μαργαρίτα”, αλλά στο πιό δύσκολο κομμάτι τα καταφέρνει ακόμη καλύτερα. Πολύ ωραία και στέρεη και η Δήμητρα Βλαγκοπούλου-Μάρθα στον απαιτητικό ρόλο τη γειτόνισσας της Μαργαρίτας. Από κοντά, το καστ συμπληρώνεται ορθότατα από τους Κλήμη Εμπέογλου-Βάλεντιν, τόσο καλά παιγμένος ο ρόλος του αδερφού της Μαργαρίτας, και Ερρίκο Μηλιάρη-Βάγκνερ. Απολαυστικός Σπουδαστής και Μάγισσα ο Αγησίλαος Μικελάτος.

Τώρα όμως θα πούμε και τα ολίγα πλην της παράστασης: το σκηνικό, που έχει γίνει υπερχρήση του από την Ελληνική χορευτική σκηνή, και μου ήρθε ανατριχίλα που το αντίκρυσα, νόμισα ότι γύρισε ο χρόνος πίσω ίσαμε τέσσερεις φορές: σε τόσες παραστάσεις το έχω δει. Όχι μόνο η κατηφορική πλατφόρμα, αλλά και η πλατφόρμα-ταβάνι, που αναπαριστά το δωμάτιο του Φάουστ. Από τη στιγμή που σκύβει ο Νίκος Κουρής-Φάουστ και η χαμηλή πλατφόρμα δείχνει το αποπνικτικό και φτωχό δωμάτιο, εκεί έπαψα να βλέπω τον Winterreise του Κωνσταντίνου Ρήγου. Κι ενώ είναι κατανοητό ότι σε ένα μίνιμαλ και πιο ανανεωτικό ανέβασμα η πλατφόρμα λύνει ποικιλοτρόπως τα προβλήματα της σκηνικής πλοκής που ταξιδεύει σε ραχούλες και βουνά, αυλές, δωμάτια, εξοχές, καπηλειά, φυλακές και δρόμους, δεν μπορούσα να σταματήσω να βλέπω τα “ενός λεπτού σιγή”, “2” και “still life” του Δ. Παπαιωάννου. Και τα λέω αυτά ως αρνητικά για τον “Φάουστ”. Από κοντά και το death metal διότι η ηλεκτρική κιθάρα on stage έχει καταγραφεί ως κατάχρηση Κ. Ρήγου, βλέπε Swan Lake. Δεν χάλσαν την παράσταση, αλλά ήταν λίγο παράταιρα αυτά...

Εν κατακλείδι: Να πάτε να το δείτε οπωσδήποτε: πρόκειται για ένα αριστουργηματικό έργο, με έναν εξαιρετικό θίασο σε ένα πανέμορφο θέατρο. Τι άλλο θέλετε...;
© 



Monday, January 4, 2016

ΓΑΜΠΡΟΙ ΓΙΑ ΠΟΥΛΗΜΑ - ΚΡΙΤΙΚΗ

"Γαμπροί για πούλημα", Θέατρο Ακροπόλ, 3/1/2016, 18:00 μ.μ. 

Με μια εμπορική κωμωδία φαρσικών προδιαγραφών ξεκινάει η νέα χρονιά για το Greek Stage Review, δηλαδή με το καινούργιο έργο των Θανάση Παπαθανασίου και Μιχάλη Ρέππα, με τίτλο "Γαμπροί για πούλημα". Η παράσταση σπάει ταμεία, αν δοκιμάσατε να βείτε εισιτήριο θα το διαπιστώσατε κι εσείς. Με δέκα ηθοποιούς επί σκηνής, κι ένα σκηνικό-πάζλ από πόρτες -του σπιτιού του πλούσιου ζευγαριού που πρωταγωνιστεί στο έργο, υποτίθεται κάπου στο Ψυχικό.

Η εποχή που διαδραματίζονται τα εξωφρενικά και ξεκαρδιστικά του έργου, είναι η εποχή μας, η εποχή της περίφημης "κρίσης", με καταχρεωμένους πρώην πλούσιους, επιτήδειους μιζαδόρους δημοσίους υπαλλήλους, μια αδιάφορη και κακομαθημένη "νέα γενιά" και διάφορους υποψήφιους "σωτήρες" απ'την αλλοδαπή, που προσφέρονται να δώσουν και να σώσουν, ανάλογα με το τι θα σκαρώσει η γκλάβα του κομπιναδόρου εξ ανάγκης ή εκ συνηθείας, Έλληνα που αναζητά μια λύση στο θέμα της διάσωσης της πολυτελούς του διαβίωσης.
Αυτά θα μπορούσαν να είνα υλικό για μεγάλο δράμα, συγκρούσεις και δυσάρεστες καταστάσεις, αλλά εδώ είναι αφορμή για γέλιο, συγχώρεση και αλληλοκατανόηση με δόσεις αυτοσαρκασμού.

Τα έργα του επιτυχημένου συγγραφικού διδύμου, πέραν της βασικής πλοκής ή μαλλον διά της βασικής πλοκής, επεξεργάζονται την προβολή και αποδοχή όρων της καθημερινότητας που μπορεί υπό άλλες συνθήκες να μην "περνούσαν" στο ακροατήριο ή να χρειαζόταν η "αγωγή της βίας" ενός πολύ "στρατευμένου" έργου για να φτάσουν στο κοινό (που θα ήταν περιορισμένο ως εκ της φύσεως του έργου). Για να γίνω πιο συγκεκριμένη, παρουσιάζουν επί σκηνής με αποενοχοποιημένο τρόπο θέματα της γκέϊ κουλτούρας (sic), κι αυτό επιτυγχάνεται καταπληκτικά, διότι τα θέματα που αφορούν στη σεξουαλικότητα εμφανίζονται να λειτουργούν και να ικανοποιούν το ίδιο γκέι και στρέϊτ (ιδίως γυναίκες), ενώ η ανδρική ταυτότητα -κομψά και από την αδήριτο και πειστική ανάγκη της δραματικής πλοκής- παρουσιάζεται ως ρευστή και μόνο εκ τύχης να "κάθεται η μπίλια" στον καθένα σε κείνη ή την άλλη πλευρά, και ως "μπίλια" μπορεί και να αλλάξει θέση υπό συγκεκριμένες συνθήκες. Κάποιος θα ντυθεί γυναίκα, κάποια υπονοούμενα θα φανερώσουν την κρυφή ζωή, το απωθημένο ή την πιθανότητα αλλαγής προσανατολισμού  κάποιου ήρωα, χωρίς δράματα, ως μέρος της ανθρώπινης φύσης και πραγματικότητας. Εννοείται πως αυτά συμβαίνουν και στους "Γαμπρούς για πούλημα", ιδίως στον ξεκαρδιστικό διάλογο της Σοφίας Βογιατζάκη-Γκαλίνα με τον ηθοποιό-φετίχ των Ρέππα-Παπαθανασίου, Αλέξανδρο Αντωνόπουλο-Μάκη.

Έτσι λοιπόν, στο έργο, πλούσιοι, καταχρεωμένοι με παιδί και υπηρετικό προσωπικό, μπλέκουν με ΜΚΟ, το Ελληνικό Δημόσιο και από μηχανής θεούς απ' το εξωτερικό, σε μια παράσταση που βγάζει πολύ γέλιο και βασίζεται φυσικά στον απόλυτο συγχρονισμό και την ταχύτητα (αλλά όχι τη  βιασύνη και το μπουρδούκλωμα.) Στο κέντρο της δράσης βρίσκεται η καπάτσα και παρδαλούλα μάνα, η Νικολέττα Βλαβιανού-Φλώρα Κωσταρέλλου, η οποία έξοχη, κρατάει επάνω της επιδέξια όλη την παράσταση. Εξαιρετική ηθοποιός, αξιολάτρευτη στη σκηνή. Δεν ήταν στα μεγάλα του κέφια ο "σύζυγος" Αλέξανδρος Αντωνόπουλος-Μάκης Κωσταρέλλος. Ηθοποιός με "γκελ" και αγαπητός, ήταν διεκπεραιωτικός, με μοναδικό του ανέβασμα τον διάλογο με την "Γκαλίνα", όπου ακάλυπτος από άλλους χαρακτήρες επί σκηνής "γκάζωσε." Απίθανη, με εξαιρετικές ισορροπίες, χωρίς φωνές και παραφωνίες, με μπρίο τρομερό η Γκαλίνα Μπακλάνοβα-Σοφία Βογιατζάκη, απλά καταπληκτική. Από κοντά και η Γκαλίνα Λουμπίνοβα-Παρθένα Χοροζίδου, πολύ καλή αλλά μερικές στιγμές σαν να ψάχνει το ρόλο της, και δεν είναι εύκολο, πρέπει να ερμηνεύσει μια επίσης πλούσια Ρωσίδα με εντελώς άλλο χαρακτήρα και λίγο δυσδιάκριτα όρια (σκηνοθέτες αγιούτο!). Στιβαρός στο ρόλο του Θανάση ο Κώστας Κόκλας, επίσης πολύ αγαπητός, περνάει στο κοινό, που αγαπάει το στυλ ρόλων που ερμηνεύει, λίγο "αναίσθητος", λίγο "ευαίσθητος" λίγο καλό παιδί έστω και ενίοτε ελαφρώς απατεών, ταυτίζεται πολύ με τύπο νεοέλληνα. Ο Γιάννης Τσιμιτσέλης, χαρισματικός κακομαθημένος νεαρός μιας αιώνιας και προστατευμένης παιδικότητας/εφηβείας, χαρακτήρας που απαντάται μόνο στην Ελλάδα, βγάζει πολύ γέλιο με την αδιαφορία με την οποία μπλέκει στις πιο απίθανες καταστάσεις. Ο Σταμάτης Δεβέκουρας-Σπύρος Πούλης, έξοχος ως δημόσιος υπάλληλος, σάρωσε όπως και η Βογιατζάκη. Θαυμάσιος σκηνικός χαρακτήρας, θαυμάσιος ηθοποιός.
Ο Μάνος Ιωάννου-Μίλτος (γιος του Θανάση/Κόκλα, όμορφος, επιτήδειος, αναρριχησίας), η Νίκη Λάμη-Τζούλη Αλαμάνα (πανελιτζού, στάρλετ, ερωμένη) και η Αντιγόνη Νάκα-Στέλλα (πλουσιοκόριτσο, κακομαθημένο, καινούργια προσθήκη χαρακτήρα μάλλον με μέλλον στα έργα των Ρέππα-Παπαθανασίου), με χαρακτηριστικές ατάκες που επαναλαμβάνονται και μένουν στο μυαλό του θεατή, διασπείρουν την κουλτούρα του έργου στο συλλογικό ασυνείδητο, άρα επιτελούν αν και με μικρότερους ρόλους, πολύ σημαντικό έργο, και το φέρνουν και εις πέρας άξια.

Εν κατακλείδι (κάνουμε ταμείο): ένας θίασος αγαπημένος, δύο συγγραφείς δημοφιλέστατοι, ένα έργο γνωστός-άγνωστος, ηθοποιοί υπέροχοι και πολύ γέλιο, μας κάνει: βρείτε εισιτήριο και θα περάσετε καλά.